Στα 80 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως εκτιμάται το κόστος της μείωσης του κινδύνου εξαφάνισης όλων των απειλούμενων ειδών και της προστασίας σημαντικών βιοτόπων ανά τον κόσμο, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Science.
Πιο αναλυτικά, οι επιστήμονες που συμμετείχαν στην έρευνα εκτιμούν ότι το κόστος των επενδύσεων που απαιτούνται για να μειωθεί ο κίνδυνος εξαφάνισης των απειλούμενων ειδών ανέρχεται σε 4 δισ. δολάρια σε ετήσια βάση και το αντίστοιχο για την προστασία και διαχείριση των βιοτόπων που έχουν παγκόσμια σημασία σε 76 δισ. δολ.
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το ποσό αυτό είναι απαραίτητο εάν οι παγκόσμιοι ηγέτες επιθυμούν να τηρήσουν το στόχους που έχουν τεθεί για τη βιοποικιλότητα και την προστασία βιοτόπων για το 2020. Επισημαίνουν παράλληλα ότι, αν και φαντάζει μεγάλο, το ποσό αυτό αντιστοιχεί μόλις στο 20% των χρημάτων που δαπανώνται κάθε χρόνο, σε ολόκληρο τον κόσμο, για… αναψυκτικά.
«Οι αδυναμίες που έχουμε εντοπίσει υπογραμμίζουν ότι υπάρχει ξεκάθαρη και επείγουσα ανάγκη να ενισχυθούν σημαντικά οι επενδύσεις για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, ωστόσο το συνολικό κόστος είναι πολύ χαμηλό σε σχέση με το πιθανό κόστος της αδράνειας», είπε ο επικεφαλής της μελέτης Ντόναλ Μακάρθι, περιβαλλοντικός οικονομολόγος στις οργανώσεις BirdLife International και RSPB, επιστήμονες των οποίων ηγήθηκαν της διεθνούς ομάδας που συνέταξε την έκθεση.
«Το σύνολο είναι μόλις 1 – 4% της καθαρής αξίας του οφέλους των οικοσυστημάτων που χάνονται ετησίως[…] Πιο απλά, το συνολικό κόστος που απαιτείται είναι λιγότερο από το 20% της παγκόσμιας καταναλωτικής δαπάνης για αναψυκτικά».
«Το συνολικό κόστος μπορεί να ακούγεται μεγάλο, αλλά πρόκειται για επενδύσεις, όχι λογαριασμούς», είπε ο δρ Στιούαρτ Μπούτσαρτ της BirdLife International.
Η μελέτη βασίστηκε σε στοιχεία για τα πτηνά – τους οργανισμούς, για τους οποίους υπάρχει μεγαλύτερη πληθώρα δεδομένων- προκειμένου να υπολογιστεί το ποσό που απαιτείται για να αποτραπεί η εξαφάνιση όλων των απειλούμενων ειδών και να τηρηθούν οι διεθνείς δεσμεύσεις για τους σημαντικούς βιοτόπους.
Πηγή: naftemporiki.gr