Το Μνημόνιο τρώει τα παιδιά του


Tου Σταύρου Λυγερού


Η σταθερή άρνηση της ΔΗΜΑΡ να μην ψηφίσει τα επίμαχα εργασιακά πυροδότησε τις εσωτερικές αντιθέσεις στους κόλπους της συμπολίτευσης κατά τρόπο που ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Το πρώτο θύμα είναι το ΠΑΣΟΚ, ο πιο αδύναμος κρίκος του κυβερνητικού συνασπισμού. Η πρόσφατη σύνοδος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας επιβεβαίωσε τη διάχυτη εντύπωση ότι το άλλοτε κραταιό κίνημα ουσιαστικά έχει εισέλθει σε τροχιά διάλυσης. Η ελεύθερη πτώση που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις έχει αποσαθρώσει την εσωτερική συνοχή του ΠΑΣΟΚ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βγαίνουν με ένταση στην επιφάνεια οι υποφώσκουσες αντιθέσεις.


Η για δεκαετίες νομή ή προοπτική νομής της εξουσίας διαμόρφωσε το σύνδρομο του κόμματος – φυλής, το οποίο λειτουργούσε ως κεντρομόλος δύναμη και ως αποτελεσματικός συνεκτικός δεσμός. Τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια που συσσωρεύει η κρίση, όμως, έχουν μετατρέψει τη συμμετοχή στο κυβερνητικό σχήμα σε παράγοντα ταχύτατης αποδόμησης. Η δυναμική των εξελίξεων καθιστά εκ των πραγμάτων το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ πολιτικό δορυφόρο της Ν.Δ.


Σε αυτές τις συνθήκες, η ψηφοφορία για το πακέτο των μέτρων αναδεικνύεται σε σημείο καμπής. Η δοκιμασία είναι σκληρή για να την αντέξει το παρηκμασμένο και κατακερματισμένο ΠΑΣΟΚ. Γι’ αυτό και αρκετά στελέχη του αναζητούν ελπίδα επιβίωσης στην απεμπλοκή από τον κυβερνητικό συνασπισμό.


Οταν στο τέλος του 2009 κατέρρευσε το μοντέλο πλασματικής ανάπτυξης η κυβέρνηση Παπανδρέου -και όχι μόνο- έτρεξε να κρυφτεί στην ποδιά των ξένων κηδεμόνων. Η κατάρρευση του μεταπολιτευτικού δικομματισμού ήταν πια ζήτημα χρόνου. Η κοινωνία έπαψε ολοκληρωτικά να εμπιστεύεται το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, γεγονός που προκαλεί οξύτατη κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης.


Οταν ο Παπανδρέου «κάηκε», οι «πράσινοι» ήλπιζαν ότι με τον Βενιζέλο θα έκαναν μία νέα αρχή. Η αισιοδοξία τους, όμως, ήταν πολιτικά αβάσιμη. Θα είχαν μία ελπίδα εάν η αλλαγή ηγεσίας συνοδευόταν από αλλαγή πολιτικής, επειδή στις πολιτικές της κυβέρνησης Παπανδρέου βρίσκονται κυρίως οι αιτίες της αποδόμησης του ΠΑΣΟΚ. Ως υπουργός Οικονομικών, όμως, ο Βενιζέλος απέδειξε ότι είναι αντάξιος συνεχιστής του μεγάλου κατεδαφιστή Παπανδρέου. Μπορεί οι δυο τους να είναι διαμετρικά αντίθετες προσωπικότητες, αλλά αυτό που μέτρησε είναι ο κοινός παρονομαστής τους: η ταύτιση με το Μνημόνιο. Η ταύτισή του αυτή μπορεί να μην τον «έκαψε» στο εσωκομματικό ακροατήριο, αλλά τον «έκαψε» στο μεγάλο ακροατήριο της κοινωνίας.


Η μεταλλαγή του ΠΑΣΟΚ από υπερασπιστή των μη προνομιούχων σε σταυροφόρο της μονοδιάστατης λιτότητας το έφερε σταδιακά σε μετωπική σύγκρουση με τα μικρομεσαία στρώματα, τα οποία το ανέδειξαν και το στήριζαν για δεκαετίες. Οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι εγκαταλείπουν μαζικά το ΠΑΣΟΚ, επειδή πια δεν τους εκφράζει. Οι περισσότεροι έχουν πάει ως ιδιότυποι εκλογικοί πρόσφυγες στον ΣΥΡΙΖΑ, εκτοξεύοντας το ποσοστό του. Το γεγονός ότι αυτοί οι ψηφοφόροι συνεχίζουν να θεωρούν τον εαυτό τους κεντροαριστερό δεν σημαίνει ότι η απομάκρυνσή τους από το ΠΑΣΟΚ είναι συγκυριακή. Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι πρόκειται για πολιτικό διαζύγιο.


Πηγή: kathimerini.gr