Μισό αιώνα μετά το άρθρο του καθηγητή Άγγελου Αγγελόπουλου στο «Βήμα της Κυριακής», 18 Νοεμβρίου 1962, για τις «Αξιώσεις μας έναντι της Γερμανίας και της Ιταλίας», στο οποίο έγραφε ότι «ικανοποιούμεν προθύμως τας αξιώσεις των άλλων αλλά παραμελούμεν τας ιδικάς μας διεκδικήσεις», έφθασε η ώρα η Πολιτεία να υπολογίσει «όσα μας χρωστούν οι Γερμανοί…».
Ύστερα από έρευνα δυόμισι μηνών το υπουργείο Οικονομικών ολοκλήρωσε, αφού πρώτα το διέσωσε, την επεξεργασία του ιστορικού αρχείου για τις αποζημιώσεις (πάνω από 200 εκατ. μάρκα) που διεκδίκησαν ιδιώτες λόγω του Α’ και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς και όλα τα ντοκουμέντα, συμφωνίες, δικαστικές αποφάσεις, νομικά κείμενα κ.ά., όσα δηλαδή μπορεί να αφορούν τις επανορθώσεις που δεν δόθηκαν. Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς και το υπουργείο Εξωτερικών έχουν πλέον στα χέρια τους το πόρισμα των 80 σελίδων με στοιχεία, αποδείξεις και νομικά επιχειρήματα για τις οφειλές των Γερμανών προς τη χώρα μας.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής που συνεστήθει προκειμένου να συγκεντρωθεί το αρχείο, γενικός διευθυντής Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους κ. Παναγιώτης Καρακούσης μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» ανέφερε: «Το ιστορικό αυτό αρχείο ήταν διάσπαρτο, πεταμένο σε τσουβάλια μέσα στις αποθήκες. Ένα μεγάλο μέρος ήταν σε μια αποθήκη στα Σεπόλια, ένα άλλο μέρος των εγγράφων σε μια υπόγεια αποθήκη στο Παγκράτι και ένα μικρό μέρος φυλασσόταν στη Διεύθυνση 25 (Δ 25) στο Λογιστήριο. Η πρώτη μας δουλειά ήταν να ανασύρουμε όλους τους φακέλους με τα έγγραφα και να τα διασώσουμε. Τα συγκεντρώσαμε εδώ στο Γενικό Λογιστήριο (Πανεπιστημίου 37). Αφού διαπιστώσαμε την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν, ζητήσαμε τη συνδρομή ειδικών των Γενικών Αρχείων του Κράτους αφενός για τη συντήρησή τους, αφετέρου για την ταξινόμηση του υλικού που έγινε με ειδική μεθοδολογία».
Ένας τεράστιος όγκος και δημόσιο υλικό
«Να σκεφτείτε ότι απ’ όλα τα έγγραφα που ξεπερνούν τις 190.000 σελίδες αφαιρέσαμε τις καρφίτσες, τους συνδετήρες, τα συντηρήσαμε και τα τοποθετήσαμε σε καινούργιους φακέλους χωρίς να γίνει κανενός είδους εκκαθάριση ή αλλοίωση.
Το περιεχόμενο του κάθε φακέλου – που περιέχει περίπου 240-300 σελίδες εγγράφων – είναι καταγραμμένο σε πρόγραμμα Excel ώστε ο κάθε ερευνητής ή ιστορικός που θα ζητήσει να το μελετήσει να μπορεί να βρει αυτό που θέλει.
Απομένει βέβαια η ψηφιοποίηση του που θα είναι το επόμενο βήμα που θα κάνουμε».
Από τους 761 φακέλους οι:
– 109 ή το 14% του συνόλου αφορούν έγγραφα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
– 652 ή το 86% αφορούν έγγραφα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Χαρακτηριστικά, από τους 109 φακέλους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 93% αφορά αποζημιώσεις για τις ζημιές που προκλήθηκαν την περίοδο ουδετερότητας του Ν. 496/76, ενώ για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το 91% αφορά την αποζημίωση για ομηρίες και θανάτους του ΝΔ 4178/61.
Το 90% των εγγράφων αφορά τη διαχείριση υποθέσεων ιδιωτών.
Στους φακέλους υπάρχουν αιτήσεις αποζημιώσεις – από κληρονόμους για τραυματισμούς, θανάτους, αιχμαλωσίες συγγενικών τους προσώπων, καταστροφές σε περιουσίες, κατοικίες, καταστήματα, επιχειρήσεις.
Το 10% είναι επίσημες συμφωνίες, ιστορικές διακοινώσεις και επίσημη αλληλογραφία υπηρεσιών των κρατών.
«Από τη μελέτη των εγγραφών», σημειώνει ο κ. Καρακούσης, «μόνο το 55% των επιδικασθέντων ποσών έχει καταβληθεί στους ιδιώτες. Πρόκειται για 115 εκατ. ευρώ που δόθηκαν από τους Γερμανούς σύμφωνα με τις αποφάσεις, ενώ τα υπόλοιπα ποσά (100 εκατ. μάρκα τότε) δεν καταβλήθηκαν ποτέ. Όλα αυτά, δηλαδή η αποζημίωση των ιδιωτών, προβλεπόταν στο νομοθετικό διάταγμα 4781 του 1961. Με αυτό το διάταγμα κυρώθηκε η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας για την αποζημίωση των προσώπων που εθίγησαν από τα εθνικοσοσιαλιστικά μέτρα διώξεως».
Δυσθεώρητο ύψος
Μόνο η Τράπεζα της Ελλάδος, βάσει των λογαριασμών που τηρούσε, γνωρίζει το σύνολο των καταβολών προς τους κατακτητές σε όλο το διάστημα της Κατοχής. Το συνολικό ποσό που αφορά τη Γερμανία ανέρχεται σε 1.617.781.093.648.819 δρχ. και στην Ιταλία σε 220.479.188.480 δρχ. Μετά την αφαίρεση των εξόδων κατοχής που καταβάλλονταν σύμφωνα με τον νόμο που υπήρχε και όπως αυτά είχαν συμφωνηθεί με τους κατακτητές η Γερμανία έλαβε ως προκαταβολές 1.530.033.302.528.819 δρχ. και η Ιταλία αντίστοιχα 157.053.637.000 δρχ.
Αυτά τα ποσά είναι τα λεγόμενα κατοχικά δάνεια που θα έπρεπε – κατά τις Συμφωνίες του Μαρτίου του 1942 και του Δεκεμβρίου του 1942 – να επιστραφούν με τη λήξη του πολέμου.
Μόνο από την πρώτη αποτίμηση που έγινε αμέσως μετά τον πόλεμο από την Τράπεζα της Ελλάδος φαίνεται ότι το ποσό αντιστοιχούσε σε 4,5 εκατ. χρυσές λίρες Αγγλίας.
Την άποψη ότι ο υπολογισμός του κατοχικού δανείου δεν είναι ορθός αν γίνει με βάση τη χρυσή λίρα υποστήριξε ο καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος, επιμένοντας ότι πιο αντιπροσωπευτική είναι εκείνη του δολαρίου.
Η συζήτηση περί αποτίμησης του χρέους και της μεθοδολογίας που πρέπει να ακολουθηθεί συνεχίζεται ως σήμερα.
Μανώλης Γλέζος: «Και ένα μάρκο να ήταν η οφειλή…»
«Και ένα μάρκο να ήταν η οφειλή, η Γερμανία έχει τη νομική, την ιστορική, αλλά προπαντός την ηθική υποχρέωση να εκπληρώσει τα χρέη της απέναντι στην Ελλάδα» σημειώνει ο Μανώλης Γλέζος στο τελευταίο του βιβλίο.
Προτείνει τη σύσταση διακομματικής επιτροπής στη Βουλή, η οποία θα εξετάσει και θα προωθήσει το θέμα αυτό. Ο ίδιος είχε αντιδράσει οργισμένα στην προσπάθεια της Γερμανίας να κλείσει το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων, μετά τη σχετική δήλωση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών ότι «δεν τίθεται θέμα αποζημιώσεων στην Ελλάδα». Ο κ. Γλέζος απαντώντας στους ισχυρισμούς του Βερολίνου εξήγησε ότι η δήλωση είναι ανιστόρητη, διότι αγνοεί την απόφαση της 19μελούς Διασυμμαχικής Επιτροπής των Παρισίων του 1946, η οποία καταλόγισε στη Γερμανία ότι οφείλει να καταβάλει στην Ελλάδα 7 δισ. δολάρια, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή 108 δισ. ευρώ χωρίς τους τόκους. Κι αυτό πέραν της επιστροφής του αναγκαστικού δανείου.
Πηγή: real.gr