«Η καταιγίδα ήταν τόσο έντονη, που φούσκωσε το ποτάμι. Η γέφυρα παρασύρθηκε, με αποτέλεσμα η Αθήνα να κοπεί στα δύο». Η είδηση διαδόθηκε από στόμα σε στόμα σπέρνοντας τον φόβο στους κατοίκους της πόλης. Πότε και που συνέβη αυτό; Tο 1852, στην Αθήνα. Ποιο ήταν το ποτάμι που φούσκωσε; Η σημερινή οδός Σταδίου…
Από τότε πέρασαν αρκετές δεκαετίες κατά την διάρκεια των οποίων άλλαξαν οι προτεραιότητές μας… Στο όνομα της αντιπαροχής κι εν συνεχεία για την «εξυπηρέτηση» του αυτοκινήτου, τα ποτάμια αντιμετωπίστηκαν σαν εμπόδια μέσα στο περιβάλλον. Όχι μόνον δεν τα προστατεύσαμε, αλλά τα καταστρέφουμε (ακόμη και σήμερα).
Ωστόσο, τα ποτάμια εξακολουθούν να ρέουν κάτω από τους δρόμους της Αθήνας. Σε πολλά κτίρια κατά μήκος του δρόμου αντλούνται και σήμερα νερά, με υδραυλικά συστήματα, ενώ γεωτρήσεις του ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών) απέδειξαν ότι οι περισσότεροι δρόμοι της Αθήνας κρύβουν ένα μπαζωμένο ρέμα ή ένα υπόγειο ποτάμι. Ο Ιλισός, ο Ηριδανός, ο Κυκλόβορος, το Λυκόρεμα, ο Βουρλοπόταμος, ο Βοϊδοπνίχτης, ο Αλασσώνας είναι μερικά από αυτά. Σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ, τα ανοιχτά ρέματα το 1945, είχαν μήκος 1.280 χιλιόμετρα και σήμερα, μόλις, 434 χιλιόμετρα, μειώθηκαν, δηλαδή, σε ποσοστό 66,4%. Όπως, δε, προκύπτει από μελέτη του ΙΓΜΕ, πριν από μερικά χρόνια, το 80% των νερών της βροχής το απορροφούσε το έδαφος και μόλις το 20% έπεφτε στην θάλασσα, σήμερα το ποσοστό αυτό έχει αλλάξει δραματικά.
Καθίσταται, λοιπόν, σαφές, ότι τα πλημμυρικά φαινόμενα που συχνά – πυκνά σημειώνονται στο λεκανοπέδιο, δεν αποτελούν «κεραυνό εν αιθρία», αλλά είναι αποτέλεσμα των επιλογών μας και της στρεβλής ανάπτυξης που ακολουθήσαμε.
Και οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί: μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δομημένες επιφάνειες στην Αθήνα κάλυπταν το 25% του λεκανοπεδίου. Μετά το 1975, το 75% καλύφθηκε από δομημένες επιφάνειες και δρόμους δίκτυα, ενώ οι ελεύθεροι χώροι αποτελούν, μόλις, στο 4%.
Έλλειψη υποδομών
Και φυσικά, ουδέποτε επιχειρήσαμε να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις της στρεβλής ανάπτυξης που ακολουθήσαμε, με την δημιουργία βασικών έργων υποδομής. Οι υφιστάμενες υποδομές είναι ανεπαρκέστατες, αφού εκτιμάται ότι καλύπτουν, μόλις, το 40 – 45%, της Αττικής, με αποτέλεσμα, σε αρκετές περιοχές, να δημιουργούνται έντονα πλημμυρικά φαινόμενα, ακόμη και με μιας μικρής διάρκειας βροχόπτωση. Κάτι που θα μπορούσε να αποφευχθεί με έναν καλύτερο προγραμματισμό των έργων.
Υπάρχουν περιοχές όπου το πρόβλημα των πλημμυρικών φαινομένων θα είχε μειωθεί σημαντικά (ή και θα είχε λυθεί) με απλές επεμβάσεις, που, όμως, δεν προχωρούν γιατί θα μετατεθεί σε άλλους Δήμους, νοτιότερα,επειδή δεν έχουν γίνει εκεί τα αναγκαία έργα. Γιατί στην συντριπτική τους πλειοψηφία τα προωθούμενα έργα είναι αποσπασματικά, χωρίς να εντάσσονται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό, όπου τα προβλήματα θα αντιμετωπίζονται συνολικά και όχι στο πλαίσιο εξυπηρέτησης τοπικών μικροκομματικών συμφερόντων…
Τα προβλήματα, ωστόσο, δεν σταματούν εδώ, αφού, ακόμη και σήμερα, τα ρέματα και οι χείμαρροι του λεκανοπεδίου, δεν έχουν οριοθετηθεί. Τώρα άρχισε να κινείται κάτι (σε καθαρά ωστόσο, διαδικαστικό επίπεδο), για την οριοθέτησή των ρεμάτων, εξαιτίας κοινοτικής οδηγίας, για την αντιμετώπιση των πλημμυρικών φαινομένων.
Έως, ότου, όμως, ολοκληρωθεί η οριοθέτησή τους –και κρίνοντας από την μέχρι σήμερα εμπειρία, τα ρέματα, μάλλον, θα συνεχίσουν να μπαζώνονται και σε συνδυασμό με την έλλειψη ουσιαστικών υποδομών (αντιπλημμυρικά έργα, δίκτυο απορροής κλπ), ακόμη και με μιας μικρής διάρκειας και έντασης βροχόπτωση, ολόκληρες περιοχές μετατρέπονται σε λίμνες.
Εκτός κι εάν συνειδητοποιήσουμε, ότι το ρέμα δεν αποτελεί «εχθρό», αλλά ουσιαστικό σύμμαχο στην προσπάθεια ανάδειξης των περιοχών.
Το παραπάνω κείμενο είναι ενδεικτικό των στρεβλώσεων της υποτιθέμενης ανάπτυξης μέσω της αντιπαροχής που ακολουθήσαμε επί σειρά ετών και το παράδειγμα για τα ρέματα επίσης ενδεικτικό για την έλλειψη υποδομών σε πανελλαδικό επίπεδο.
Σκουπίδια, οικιακά λύματα, αστικό περιβάλλον και οι υποδομές τους κλείνουν το αρχικό πάζλ βιώσιμης ανάπτυξης….