Αλώπηξ και κύων, του Αισώπου

Αλώπηξ και κύων, του Αισώπου

Ἀλώπηξ εἰς ἀγέλην προβάτον εἰσελθοῦσα, θηλαζόντων τῶν ἀρνίων ἓν ἀναλαβομένη, προσεποιεῖτο καταφιλεῖν. Ἐρωτηθεῖσα δὲ ὑπὸ κυνὸς τί τοῦτο ποιεῖ· “τιθηνοῦμαι αὐτό, ἔφη, καὶ προσπαίζω.” Καὶ ὁ κύων ἔφη· “Καὶ νῦν, ἐὰν μὴ ἀφῇς τὸ ἀρνίον ἀφ' ἑαυτῆς, τὰ κυνῶν σοι προσοίσω.”

«Πρὸς ἄνδρα πᾳδιουργὸν καὶ μῶρον κλέπτην ὁ λόγος εὔκαιρος

Αλεπού και σκύλος –ελεύθερη μετάφραση-

Αλεπού μπήκε μέσα σε μία αγέλη προβάτων, τα οποία θήλαζαν τα μικρά τους, και πλησιάζοντας ένα αρνί προσποιούταν ότι το χάιδευε. Το τσοπανόσκυλο, που ήταν φύλακας στο κοπάδι, τι ρώτησε γιατί το κάνει αυτό και εκείνη απάντησε: “το νταντεύω και παίζω μαζί του”. Και ο σκύλος της είπε: “εάν δεν αφήσεις το αρνί ήσυχο, θα σου δείξω πως χαϊδεύουν! τα σκυλιά”.

«Οι επιπόλαιοι και οι ανόητοι έχουν -πρόχειρες- τις δικαιολογίες.»