Έγκαιρο εμβολιασμό κατά του ιού της γρίπης συνιστά το υπουργείο Υγείας στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και στους εργαζόμενους στα νοσοκομεία δεδομένου ότι περίπου δύο εβδομάδες για την «ενεργοποίησή» του.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η δραστηριότητα της εποχικής γρίπης συνήθως αρχίζει να αυξάνεται τον Ιανουάριο και κορυφώνεται τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο.
Ωστόσο, κάθε επιδημική έξαρση της γρίπης εισβάλει ταχύτατα, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολος ο προσδιορισμός του χρόνου αλλά και του τόπου εκδήλωσής της.
Όπως τονίζουν, ο αποτελεσματικότερος τρόπος πρόληψης είναι ο εμβολιασμός με το αντιγριπικό εμβόλιο, το οποίο, όταν εφαρμοσθεί σωστά και έγκαιρα, καλύπτει σε ποσοστό 80% περίπου και προφυλάσσει από τη μετάδοση του ιού της γρίπης.
Απευθύνεται σε όλα τα άτομα, αλλά είναι ιδιαιτέρως σημαντικό αυτό να εφαρμόζεται σε άτομα (ενήλικες και παιδιά) που ανήκουν στις καλούμενες ομάδες υψηλού κινδύνου. Οι ομάδες υψηλού κινδύνου είναι οι εξής: Άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω, Παιδιά και ενήλικες που παρουσιάζουν χρόνια νοσήματα, Έγκυες γυναίκες ανεξαρτήτου ηλικίας κύησης, Άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με παιδιά, Οι κλειστοί πληθυσμοί (προσωπικό και εσωτερικοί σπουδαστές γυμνασίων – λυκείων, στρατιωτικών και αστυνομικών σχολών, ειδικών σχολείων ή σχολών, τρόφιμοι και προσωπικό ιδρυμάτων), Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας (ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και λοιποί εργαζόμενοι).
Σημειώνεται ότι το παιδιατρικό αντιγριπικό εμβόλιο (ή η παιδιατρική δόση) χορηγείται μέχρι την ηλικία των 3 ετών. Μετά την ηλικία αυτή συνιστάται χορήγηση αντιγριπικών εμβολίων ενηλίκου.
Με την ίδια εγκύκλιο, καλούνται οι διοικήσεις των νοσηλευτικών να ενημερώσουν τις Επιτροπές Νοσοκομειακών Λοιμώξεων, προκειμένου αυτές να οργανώσουν τον εμβολιασμό στο ιατρονοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό.
Τα εμβολιαστικά ποσοστά των εργαζομένων κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα και συγκεκριμένα για την περίοδο 2012-2013 δε ξεπέρασε το 11.5% στα νοσοκομεία (13.5% στους ιατρούς και 10% στους νοσηλευτές) και το 19% στα κέντρα υγείας όλης της χώρας (26% στους ιατρούς και 25% στους νοσηλευτές).
Τα ποσοστά αυτά είναι κατά πολύ χαμηλότερα από το στόχο που θέτει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ειδικών Λοιμώξεων (ECDC) για την περίοδο 2014 – 2015 για τις ομάδες υψηλού κινδύνου και τους εργαζόμενους υγείας (75%) και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (75%).