Γκρέγκορ Μέντελ, 1822 – 1884 (Gregor Mendel)

Γκρέγκορ Μέντελ, γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1822 και πέθανε στις 6 Ιανουαρίου 1884. Υπήρξε βοτανικός και γενετιστής φυτών, ο πρώτος που έθεσε τις μαθηματικές βάσεις της γενετικής, από τον οποίο προήλθε και ο όρος μεντελισμός. Το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες αναπτύχθηκε αρκετά νωρίς. Μετά από σπουδές δύο ετών στο Φιλοσοφικό ινστιτούτο του Ολμούτζ (Τσεχοσλοβακία), μόνασε στη μονή του τάγματος των Αυγουστινιανών, όπου και χειροτονήθηκε ιερέας το 1847. Το διάστημα 1851-1853 διδάχθηκε θετικές επιστήμες, ενώ όντας καθηγητής πλέον, δίδασκε σε τοπικό γυμνάσιο μέχρι και το 1868, όπου και αναδείχθηκε σε ηγούμενο του μοναστηριού του. Το 1862, συνάδελφοί του ίδρυσαν τη Φυσιογνωστική Εταιρεία, στης οποίας τις συνεδριάσεις, συμμετείχε ενεργά και ο ίδιος.

Αρωγός του οι βιβλιοθήκες του μοναστηριού και του γυμνασίου, που περιείχαν σημαντικά επιστημονικά συγγράμματα για τη γεωργία και τη βοτανική, αποτελώντας για αυτόν εφαλτήριο για τις μελλοντικές του ανακαλύψεις.
Η εξελικτική άποψη της καταγωγής του ανθρώπου προκάλεσε από την αρχή ισχυρές δονήσεις στο συντηρητικό οικοδόμημα της κοσμοθεωρίας μας, που καλλιεργούνταν αξιωματικά σχεδόν από τις εκκλησιαστικές και κοινωνικές «αυθεντίες» της εποχής.
Στα πλαίσια της μελέτης της εξελικτικής αλλαγής, ασχολήθηκε με το φαινόμενο που ονομάζουμε κληρονομικότητα και τους νόμους που της δίνουν υπόσταση. Διασταυρώνοντας ποικιλίες μπιζελιού με σταθερές διαφορές σε μεμονωμένα εναλλακτικά μορφικά χαρακτηριστικά, όπως το ύψος ή το χρώμα, υποθέτοντας ότι η μορφή αυτή στις σταθερές ποικιλίες και στους απογόνους τους οφείλεται σε ζεύγη στοιχειωδών μονάδων κληρονομικότητας, γνωστά ως γονίδια. Οι μονάδες αυτές υπακούν σε απλούς στατιστικούς νόμους, η αρχή των οποίων έγκειται στο γεγονός ότι στα αναπαραγωγικά κύτταρα των υβριδίων, τα μισά μεταβιβάζουν τη μια γονιδιακή μονάδα και τα άλλα μισά την άλλη (Αρχή του διαχωρισμού ή 1ος νόμος Μέντελ). Στην περίπτωση της ύπαρξης περισσοτέρων από ένα ζεύγος εναλλακτικών χαρακτηριστικών, τα διάφορα ζεύγη χαρακτήρων εισέρχονται σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς στους απογόνους. (Αρχή της ανεξάρτητης κατανομής ή 2ος νόμος Μέντελ).
Η Θεωρία αυτή της εξέλιξης με μεταλλάξεις, τυπικά τοποθετημένη στο σταυροδρόμι της επιστήμης και της φιλοσοφίας, τεκμηριώνει τη γενετική ανισότητα των ανθρώπων, τη διαφορά μεταξύ των ικανοτήτων τους. Ήταν ανάγκη να διακριθεί τι οφείλεται στη φυσική επιλογή και τι στην τύχη. Η εξέλιξη έχει ένα σκοπό, και αυτός δεν μπορεί να εναποτεθεί στην τύχη.
Παρότι η θεωρία αυτή και η εργασία που εκπόνησε δημοσιεύτηκαν το 1866, μάλλον δεν είχαν καμία επίδραση στη βιολογική σκέψη της εποχής του, παρότι έφθασε στις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες της δυτικής Ευρώπης και Αμερικής. Παρόλα αυτά, ο Μέντελ συνέχισε την έρευνά του, προσπαθώντας να επαληθεύσει τη θεωρία του με πειράματα και με άλλα φυτά. Αν και το ενδιαφέρον του Μέντελ για τη βοτανική και τη μετεωρολογία συνεχίστηκαν σχεδόν μέχρι το θάνατό του, οι θετικές επιστήμες έπαψαν να αποτελούν το επίκεντρο της ζωής του, διότι η εκλογή του ως ηγούμενο του μοναστηριού, το 1868, συνοδεύτηκε από ένα πλήθος διοικητικά καθήκοντα και μια παρατεταμένη διαμάχη με την Αυστρο-Ουγγρική κυβέρνηση για οικονομικούς λόγους.
Τον Μέντελ σέβονταν και αγαπούσαν όλοι οι αδελφοί του μοναχοί και οι συμπολίτες του, αλλά ήταν άγνωστος στην επιστημονική κοινότητα. Η φήμη του ήλθε μόνο μετά το θάνατό του. Ποτέ δεν υπήρξε άλλωστε αυτό το κίνητρο για τις ανακαλύψεις του. Το τι ακολούθησε αποτελεί μέρος της ιστορίας της γενετικής, επιβεβαίωση και επέκταση της θεωρίας του από βιολόγους και ενσωμάτωσή της ως βασικής σε μια γρήγορα αναπτυσσόμενη επιστήμη, με ανυπολόγιστες συνέπειες στην κατανόηση της εξέλιξης, της φυσιολογίας, της βιοχημείας, της ιατρικής, της γεωπονικής και της κοινωνιολογίας. Η απόσταξη της αλήθειας είναι τελικά ευθύνη καθενός.

Πηγή: nea-acropoli.gr