1944, μεταφορά του ΕΛΑΣ Αργολιδοκορινθίας από την Κοιλάδα στο Παράλιο Άστρος

Διαδρομή Κοιλάδα – Παράλιο Άστρος, απόσταση 17,5 ναυτικά μίλια

Την Άνοιξη του 1944 οι δυνάμεις Κατοχής, οι Γερμανοί και οι «συνεταίροι» τους –Ταγματασφαλίτες-, έκαναν μεγάλη εκκαθαριστική επιχείρηση στη Πελοπόννησο και συγκεκριμένα στην Αργολιδοκορινθία, καθώς έβλεπαν ότι οι μέρες τους ήταν μετρημένες (οι Γερμανικές δυνάμεις αποχώρησαν από την Ελλάδα τον Οκτώβρη του 1944). Αντικειμενικός σκοπός τους ήταν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ , για να τους αποδυναμώσουν και έτσι να καλύψουν τα νώτα τους κατά την (Γερμανική) υποχώρηση τους.

Κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων οι Κατοχικές δυνάμεις, υπέρτερες στο ανθρώπινο δυναμικό και στον οπλισμό, κατάφεραν να εγκλωβίσουν μεγάλο τμήμα του ΕΛΑΣ στα νότια της Αργολίδας, στη περιοχή της Κοιλάδας. Μπροστά στον κίνδυνο της πανωλεθρίας, οι επικεφαλείς των ανταρτικών δυνάμεων συλλαμβάνουν παράτολμο σχέδιο, να μεταφέρουν όλα τα ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ δια θαλάσσης από την Κοιλάδα στο Παράλιο Άστρος, για τον σκοπό τούτο χρησιμοποίησαν τον ΕΛΑΝ (υποτυπώδες ναυτικό του ΕΑΜ), σε αυτή την επιχείρηση συμμετείχε με επιτυχία ο συμπατριώτης μας Νότης Σκαρμούτσος (φωτογραφία) με το καΐκι του «Άγιος Γεώργιος».

Το παράτολμο σχέδιο αποδείχθηκε ευφυές, και χωρίς να «ανοίξει ρουθούνι» μεταφέρθηκαν οι ανταρτικές δυνάμεις, μέσω Παραλίου Άστρους, στα νώτα των Γερμανικών δυνάμεων, στη Ζήρεια (όρος Κυλλήνη).

Τα γεγονότα αυτά περιγράφονται στο βιβλίο του Τάσου Κωστόπουλου «Η αυτολογοκριμένη μνήμη» και στο τμήμα «Εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών την άνοιξη του 1944 στην Αργο-Ναυπλία» (σελίδες 83-84) από τα απομνημονεύματα του αντάρτη Θόδωρου Κ. Κοΐνη:

{..Όλο και πιο συχνά φτάνανε οι πληροφορίες για την προέλαση των Γερμανών. Πλησίαζαν πολύ γρήγορα. Οι παρενοχλήσεις που τους έκαναν τα ελάχιστα τμήματα του ΕΛΑΣ με ανατινάξεις γεφυριών και υπονομεύσεις δρόμων δεν μπορούσαν να τους ανακόψουν κι ούτε ήταν δυνατό κάτι τέτοιο. Μάθαμε για μια μάχη σε ενέδρα που είχαν στήσει οι Αντάρτες μας στο Μεγαλοβούνι, εκεί στα όρια της Τροιζηνίας. Να, σήμερα ακούστηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί πάνω στο απέναντι βουνό των Διδύμων. Η ανησυχία όλο και μεγαλώνει σ’ αυτούς που είχαν μείνει στο χωριό και στα χωράφια γύρω από την Κοιλάδα.

Ότι είναι να γίνει πρέπει να γίνει σήμερα, δεν μπορεί να διακινδυνεύσουμε καμιά άλλη καθυστέρηση.

Το βράδυ πλεύρισαν στο λιμανάκι όσα καΐκια ήταν δυνατό να κινηθούν. Απόψε θα γίνονταν τα τελευταία…. «δρομολόγια» και όπως πιστεύαμε θα ‘φευγαν όλοι όσοι είχαν φθάσει στην Κοιλάδα.

Μπήκαμε στα τελευταία. Ο Γιώργης και η ομάδα του δεν είχε φανεί!… Το ντουφεκίδι ακούγονταν τώρα καθαρά. Σαλπάρουμε με το ψαροκάικο (Άγιος Γεώργιος) του καπετάν Νότη Σκαρμούτσου. Πάνω στην κουβέρτα, που μύριζε ψαρίλα, αγναντεύαμε το ακρογιάλι που όλο απομακρύνονταν, μαύρο-κατάμαυρο στην άφεγγη βραδιά. Γαληνεμένη η θάλασσα ξανοίγονταν απέραντη, χωρίς άκρη. Να κει κάτω είναι ο Μαλέας, λέει ένας. Σώπα ρε στην άλλη άκρη του Μωριά! Ναι αλήθεια, δεν υπάρχει τίποτα άλλο από δω μέχρι κει κάτω. Τη μέρα όταν δεν έχει καταχνιά βλέπεις την άκρη-άκρη! Στη  στριμωξιά που είχαμε πάνω στο καΐκι, δεν μπορούσε κανείς να κουνηθεί ούτε στο πλευρό του, άλλωστε ο καπετάν Νότης ήταν αυστηρός στην εντολή του: όλοι θα καθήσετε εκεί που θα σας βάλω και δεν θα σειχθείτε ότι και να γίνει. Μόνο όταν πω εγώ και ότι σας πω θα κάνετε. Εντάξει;….

Μέσα στην ησυχία της νυχτιάς, άκουγες το γύρισμα της προπέλας και το μικρό παφλασμό της θάλασσας, τίποτ’ άλλο. γαλήνη και φόβος! Μέσα σ΄αυτό το επιβλητικό νυχτερινό, άκουσα για πρώτη φορά το τραγούδι του ΕΛΑΝ από ένα μούτσο του καϊκιού, κι ήταν συγκλονιστικό..

«θαλασσομάχοι εμείς της Λευτεριάς»

Είμασταν μεσοπέλαγα όταν σβήσαν οι μηχανές ξαφνικά και μια εφιαλτική βουβαμάρα απλώθηκε παντού, ούτε οι ανάσες μας δεν ακούγονταν.

Τι τρέχει; Τι γίνεται; Χάλασαν οι μηχανές; Κι ο φόβος να φουντώνει ακόμη περισσότερο.

-Σουτ… ακούστε μόνο… Ακούτε τίποτα;… ακούτε;

-Όχι καπετάνιο, τίποτα…

-Τι φοβάσαι καπετάν Νότη;

-Δεν τηράς, είμαστε καρσί στο Παλαμήδι. Έτσι και μας μυριστούν, θα δεις σε λίγο το περιπολικό και τότε «αντίο Γλαρέτζα». Γέλασε ο καραβοκύρης κι έδωσε το σινιάλο να μπουν μπροστά οι μηχανές, για να φτάσουμε στο τέρμα του άσωστου -όπως μας φαίνονταν- ταξιδιού.

Κοντά ξημέρωμα μπήκαμε στο λιμανάκι του Παραλίου Άστρους. Σκοτάδι πίσσα, δεν έβλεπες  τη μύτη σου!

-Ναι, είναι αυτό που διαβάσαμε: «η πιο σκοτεινή ώρα είναι λίγο πριν την αυγή…» Είχε και πραγματική και μεταφορική έννοια η φράση αυτή του συναγωνιστή πλάι μου… Αναπνεύσαμε όμως στεριανό αεράκι!!…

-Μη σταματάτε καθόλου, προχωράτε, δεν θα καθήσετε καθόλου, αρχίζουν και δω εκκαθαριστικές, θα φύγετε αμέσως! Φωνές από δω, εντολές από κει. Σχηματίζονται ομάδες, ορίζονται υπεύθυνοι κι αρχίζει μέρες και νύχτες ο ποδαρόδρομος, ώσπου να φτάσουμε στα γνώριμα μέρη της Τζήριας..}

Πατήστε εδώ για να δείτε το πρωτότυπο κείμενο από το βιβλίο.