1983, νάκα

Η φωτογραφία απεικονίζει την Ελένη Καρκούλη (γιαγιά) να φέρει στον ώμο της νάκα μετά νηπίου, το οποίο είναι ο Σταύρος Απόσ. Δουζένης (εγγονός).

Είναι τραβηγμένη στα Κάτω Βέρβενα.

Νάκα

Η λέξη προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη νάκη = προβειά.

Ήταν ειδική φορητή κούνια βρέφους, φτιαγμένη από υφαντό ή δέρμα, που στα άκρα του προσαρμοζόταν σε δύο ράβδους. Η νάκα, δενόταν στην πλάτη της μάνας, ή κρεμιόταν στον ώμο της με λουριά ή σχοινί. Τη νάκα με το μωρό μέσα, την κρέμαγαν στην πλάτη, κι έκαναν έτσι εύκολη τη μετακίνηση των μωρών.

Στο χωράφι σαν έφταναν, την κρεμάγανε από τα κλαριά των δέντρων για να μη φάει τα παιδάκια κανένα φίδι η σκορπιός. Με το αεράκι η νάκα κουνιόταν και διπλωμένα με ένα πλεχτό κουβερτάκι τα μωρά, νανουριζότανε από μόνα τους. Αργότερα άρχισαν οι καλαθάδες να φτιάχνουν νάκες με ψάθα και καλάμια.

Tα παλιά τα χρόνια, που οι γυναίκες συμμετείχαν στις αγροτικές δουλειές, μόλις το μωρό σαράντιζε το έπαιρναν στη νάκα και έβγαιναν στα χωράφια. Φτάνοντας εκεί, κρεμούσαν τη νάκα στον ίσκιο κάποιου δέντρου και το μωρό κοιμόταν ενώ η μητέρα δούλευε. Τόσο σημαντική ήταν η νάκα, που στη Μάνη η μητέρα αποχαιρετούσε τη νιόπαντρη κόρη της με τη φράση: «Τη νιάκα σου, τη ρόκα σου και όξω από την πόρτα μου».

Πηγή: laografika.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *