Η επιλογή των τροφών μας πρέπει να γίνεται με βάση την ποιότητα και όχι τις θερμίδες

Τη σημασία του να καταναλώνουμε τροφές υψηλής ποιότητας επισημαίνουν οι επιστήμονες του Harvard μέσα από τα συμπεράσματα έρευνας που έκαναν αναφορικά με τα κριτήρια τα οποία επιλέγουμε τα φαγητά μας. Οι επιστήμονες της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Harvard επισημαίνουν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των καταναλωτών επιλέγει την τροφή του με βάσει τις θερμίδες που έχει κάθε φαγητό. Το να εστιάζουμε όμως μόνο στις θερμίδες είναι, όπως λένε, σημαντικό λάθος. Πρέπει να προσέχουμε και την ποιότητα της τροφής που επιλέγουμε.

Στην έρευνα, διαφάνηκε ότι αρκετές τροφές από αυτές που επιλέγουμε πολλές φορές οδηγούν στην αύξηση του βάρους μας. Οι ερευνητές στο Τμήμα Διατροφής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Harvard μελέτησαν τις διατροφικές συνήθειες σε 120.000 ενήλικες, άνδρες και γυναίκες, και τις αλλαγές στο σωματικό τους βάρος σε σχέση με τις τροφές που κατανάλωναν.

Με βάση τα αποτελέσματα μελέτης, οι αλλαγές στο σωματικό βάρος συνδέονται στενά με την πρόσληψη τροφών όπως οι πατάτες (κυρίως τηγανητές), τα αναψυκτικά με ζάχαρη, το επεξεργασμένο και το μη επεξεργασμένο κόκκινο κρέας. Οι ερευνητές συμπέραναν ακόμη ότι η κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε άμυλο, εξευγενισμένων σιτηρών, λιπαρών και ζάχαρης μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του βάρους.

Οι τροφές που φαίνεται να συνδέονται με την απώλεια βάρους είναι τα λαχανικά, τα σιτηρά ολικής άλεσης, τα φρούτα, οι ξηροί καρποί και το γιαούρτι.

Οι ερευνητές επιμένουν ότι η ποιότητα των τροφών είναι πολύ σημαντική και ότι ο έλεγχος της πρόσληψης θερμίδων, και μόνο, δεν είναι αρκετός για την επίτευξη μακροχρόνιων, «υγιεινών» διατροφικών στόχων, σε σχέση με την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και του υπερβολικού βάρους. Γι’ αυτό, προτείνουν να επιλέγουμε τροφές υψηλής ποιότητας (και να μειώσουμε την κατανάλωση τροφών χαμηλής ποιότητας), ώστε να βοηθηθούμε και στο ζητούμενο της κατανάλωσης λιγότερων θερμίδων.

Μία ακόμα μελέτη που δημοσιεύτηκε στην «Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας (JAMA)», σύγκρινε 4 δίαιτες απώλειας βάρους μακροθρεπτικών συστατικών (δηλαδή συστατικών που προσφέρουν ενέργεια στον οργανισμό, όπως οι υδατάνθρακες, οι πρωτεΐνες και το λίπος), με εύρος πρόσληψης υδατανθράκων, από πολύ χαμηλό μέχρι και πολύ υψηλό. Οι δωδεκάμηνες κλινικές δοκιμές έγιναν σε 300 υπέρβαρες και παχύσαρκες προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, οι οποίες συμμετείχαν σε ομάδες που έκαναν δίαιτες, με ποικίλη κλιμάκωση στην πρόσληψη θερμίδων, από πολύ χαμηλή έως πολύ υψηλή.

Μετά από 1 χρόνο παρακολούθησης, οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι έχασαν βάρος μόνο οι  γυναίκες που έκαναν τη δίαιτα με πολύ χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων, σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες. Αναφορικά με τα μεταβολικά αποτελέσματα, όπως η χοληστερόλη, το ποσοστό λίπους στο σώμα, τα επίπεδα της γλυκόζης και η πίεση του αίματος, διαφάνηκε ότι οι γυναίκες που ακολουθούσαν τη δίαιτα με πολύ χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων, ήταν στα ίδια επίπεδα ή λίγο καλύτερα, σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες.

Στις άλλες 3 ομάδες με χαμηλή, υψηλή και πολύ υψηλή πρόσληψη υδατανθράκων, παρατηρήθηκε ότι δεν υπήρξε σημαντική διαφορά στην απώλεια βάρους.

Η μελέτη δεν ασχολήθηκε με θέματα που αφορούν σε μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και μηχανισμούς, αλλά οι ερευνητές συμπέραναν ότι μόνο μια δίαιτα με πολύ χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων, υψηλής πρωτεΐνης και χαμηλών λιπαρών μπορεί να θεωρηθεί ιδανική για την απώλεια βάρους.

Τέλος, μια 3η μελέτη που δημοσιεύθηκε στη «The New England Journal of Medicine», η οποία αν και δεν συνέδεσε στον ίδιο βαθμό την απώλεια βάρους, με τον ρόλο των μακροθρεπτικών συστατικών, προσέθεσε κάτι ακόμη πολύ σημαντικό στα ευρήματα της. Ότι οι συμμετέχοντες στα προγράμματα κλινικών δοκιμών με δίαιτες είχαν πολύ καλύτερα αποτελέσματα απώλειας βάρους, όταν συμπληρωματικά με τη δίαιτα συμμετείχαν και σε ομάδες ψυχολογικής υποστήριξης, κάτι που τους βοήθησε όχι μόνο να χάσουν τα κιλά, αλλά και να διατηρήσουν ένα ιδανικό βάρος. Αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, ενισχύει τον ρόλο του εγκεφάλου μας και της ψυχολογίας μας στην απόφασή μας να κάνουμε δίαιτα ή να αλλάξουμε τη διατροφή μας.

Πηγή: naftemporiki.gr