Νο 1. 13ος μ.Χ. αιώνας, Πτολεμαϊκός χάρτης της Πελοποννήσου
Από το έργο «Γεωγραφική Υφήγησις» https://ikee.lib.auth.gr/record/128272/files/GRI-2012-7798.pdf του γεωγράφου Κλαύδιου Πτολεμαίου https://astrosparalio.gr/wp-content/uploads/2014/02/klaudios-ptolem.geografiki..pdf και από τον σωζόμενο κώδικα του Βατικανού Urbinas graecus 82, του 13ου μ.Χ. αιώνα, παραθέτουμε τον χάρτη της Πελοποννήσου (φωτ. Νο 1) και την παράλιο περιγραφή του Αργολικού κόλπου (φωτ. Νο 2), όπου το «Άστρον» (σημερινό Παράλιο Άστρος) ανήκε στην Αργολίδα.
Νο 2. 13ος μ.Χ. αιώνας, Πτολεμαϊκά παραλιακά τοπωνύμια του Αργολικού κόλπου
No 3. 1843, Ανάλυση Πτολεμαϊκών παραλιακών τοπωνυμίων του Αργολικού κόλπου από το βιβλίο «Claudii Ptolemaei Geographia tom.1» του Carolus Fridericus Augustus Nobbe
Εν δε τω Αργολικώ κόλπω έτι Λακωνικής
- Μινώα λιμήν = Μονεμβάσια
- Διός Σωτήρος λιμήν = Λίγο βορειότερα από την Μονεμβάσια, όπου υπήρχε ο ομώνυμος ναός του Διός Σωτήρος
- Επίδαυρος = Βορειότερα από το προηγούμενο
- Ζάρηξ (Ιέραξ λιμήν) = Γεράκι
- Κυφάντα λιμήν = Κυπαρίσσι
- Πρασιά = η σημερινή «Πλάκα» στο Λεωνίδιο
Αργείας
- Άστρον = το σημερινό Παράλιο Άστρος
- Ινάχου ποταμού εκβολαί = Στη παραλία της Νέας Κίου, στο αρχαίο «Τημένιο»
- Η αρχή του ποταμού = Η κύρια ρεματιά του Ίναχου ξεκινά κοντά στο αρχαίο πέρασμα του Πρίνου, δηλαδή στο δρόμο Καρυάς – Νεστάνης https://www.google.com/maps/place/%CE%A0%CE%B7%CE%B3%CE%AD%CF%82+%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CF%87%CE%BF%CF%85/@37.6408219,22.3888814,11.25z/data=!4m13!1m7!3m6!1s0x136004965d704021:0x915c30c50afb9a6f!2zzpXPgM6xz4Euzp_OtC4gzprOsc-Bz4XOrM-CIC0gzp3Otc-Dz4TOrM69zrfPgiwgzp3Otc-Dz4TOrM69zrc!3b1!8m2!3d37.6122152!4d22.4697306!3m4!1s0x136005654d0d68d5:0x2bc91f21b5ce32e!8m2!3d37.6374407!4d22.4945467
- Ναυπλία επίνειον = το Ναύπλιο
- Φλιούς = Αρχαία πόλη της Πελοποννήσου 3,5 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Νεμέας, αλλά στον χάρτη την επίμαχη περιοχή την δείχνει στη περιοχή Πόρτο Χέλι – Άγιος Αιμιλιανός http://wikimapia.org/#lang=el&lat=37.299388&lon=23.170080&z=13
- Ερμιόνη = Ερμιόνη
- Σκύλαιον άκρον = Το ανατολικό άκρο της Πελοποννήσου, βόρεια από το νησί της Ύδρας, στις νησίδες Τσελεβίνια
Στοιχεία για το έργο του Κλαύδιου Πτολεμαίου «Γεωγραφική Υφήγησις»:
Γεωγραφική Υφήγησις
Η Γεωγραφικὴ Ὑφήγησις είναι εξάτομο έργο του Έλληνα γεωγράφου και αστρονόμου Κλαύδιου Πτολεμαίου που γράφτηκε το έτος 150.
Ιστορική αναδρομή
Η Γεωγραφικὴ Ὑφήγησις βασίζεται στο έργο προγενέστερων γεωγράφων, του Μαρίνου και άλλων Ρωμαίων και Περσών γεωγραφικών λεξικογράφων. Το βιβλίο εκδόθηκε σε έξι τόμους. Στον πρώτο τόμο ο Πτολεμαίος αναλύει την ύλη και περιγράφει την επιστημονική μέθοδο της προσέγγισης. Στους υπόλοιπους τόμους Β΄-Στ΄ παραθέτει τις γεωγραφικές πληροφορίες και παραθέτει λεπτομερείς χάρτες. Το κείμενο του βιβλίου διασώθηκε από βιβλιογράφους που το αντέγραψαν ανά τους αιώνες μέχρι την ανακάλυψη της τυπογραφίας. Οι πολύτιμοι χάρτες όμως χάθηκαν, γιατί ήταν δύσκολοι και οι βιβλιογράφοι απέφευγαν να τους αντιγράψουν. Λόγιοι του μεσαίωνα που ασχολήθηκαν με το κείμενο βασίστηκαν στις γεωγραφικές συντεταγμένες που έδινε ο Πτολεμαίος στο έργο του και ξανά σχεδίασαν τον χάρτη, που έκτοτε ξανά προστέθηκε στο κείμενο. Άραβες μελετητές αναφέρουν ότι ο χάρτης περιείχε 4.530 πόλεις και πάνω από 200 όρη και οροσειρές. Ο βυζαντινός μοναχός Μάξιμος Πλανούδης ανακάλυψε ένα αντίγραφο το 1295 και από μόνος του σχεδίασε το χάρτη που έλειπε, βασισμένος στις γεωγραφικές συντεταγμένες που έδινε ο Πτολεμαίος στο κείμενο. Το 1379 ο Ιταλός Πάλλα Στρότσι στη Φλωρεντία έλαβε ένα αντίγραφο από τον Έλληνα λόγιο Εμμανουήλ Χρυσολωρά. Τα κείμενα του Πτολεμαίου μεταδόθηκαν από το Βυζάντιο στην Ιταλία από τον 15ο αιώνα. Η πρώτη τυπογραφική έκδοση του έργου πιθανόν να έγινε το 1477 στην Μπολόνια, και ήταν το πρώτο βιβλίο με ενσωματωμένες εικόνες. Έκτοτε εκδόθηκε πολλές φορές με χρήση της τέχνης της ξυλογραφίας. Η ιστορική έκδοση της Ουλμ του 1482 ήταν η πρώτη που τυπώθηκε βόρεια των Άλπεων. Το 1482 ακολούθησε η έκδοση του Φρανσέσκο Μπερλινγκιέρι στα Ιταλικά. Το αρχαιότερο αντίγραφο που σώζεται σήμερα χρονολογείται στον 13ο αιώνα και βρέθηκε στο ανάκτορο του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη, επανεκδόθηκε το 2006 και μελετήθηκε από Γερμανούς επιστήμονες του Πολυτεχνείου του Βερολίνου, οι οποίοι δημοσίευσαν το πόρισμά τους ως προς την γεωγραφική θέση των Ρωμαϊκών επαρχιών της Μεγάλης Γερμανίας, Βελγικής Γαλατίας, Ραιτίας και Νορικίας το 2010. Άλλες μελέτες βάθους γίνονται επίσης από το 1998 από την ομάδα χαρτογραφίας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Γεωδαιτική μέθοδος
Ο Πτολεμαίος εφάρμοσε την μέθοδο της Αλμαγέστης, συνθέτοντας όλα τα στοιχεία που είχε στην διάθεσή του. Πρόσθεσε γεωγραφικές συντεταγμένες σε όλα τα γεωγραφικά σημεία που ανέφερε. Χρησιμοποίησε ως σημείο αναφοράς για το γεωγραφικό πλάτος τον Ισημερινό όπως κάνουν και οι σύγχρονοι γεωδαίτες, και τοποθέτησε τον μεσημβρινό στο δυτικότερο γνωστό όριο της εποχής του, τις Καναρίους νήσους. Σήμερα ο Μεσημβρινός τοποθετείται πιο δυτικά, στο Γκρίνουιτς. Σύμφωνα με την ορολογία της εποχής του, η οικουμένη είχε πλάτος 180 μοιρών και επεκτείνονταν από τις Καναρίους νήσους ως την Καθαία (Κίνα), και είχε μήκος 80 μοιρών από την Αρκτική μέχρι την μέση Αφρική. Ο Πτολεμαίος γνώρισε όμως ότι η περιοχή που περιέγραφε κάλυπτε μόνο το εν τέταρτο της Γης, αφού ήξερε ότι ο Ερατοσθένης είχε είδη υπολογίσει τις διαστάσεις της σφαιρικής Γης.
Επίδραση του έργου στην μεταγενέστερη επιστήμη
Το έργο του Πτολεμαίου μελετήθηκε συστηματικά και με μεγάλο ζήλο σε όλους του κατοπινούς αιώνες. Οι Άραβες χαρτογράφοι του 9ου αιώνα επωφελήθηκαν από την μελέτη του, χωρίς όμως να βγάλουν δικά τους συμπεράσματα. Την εποχή του μεσαίωνα όμως ανακαλύφθηκε από τους Ισπανούς και Πορτογάλους, και αναζωπύρωσε την εξερευνητική διάθεση των Ευρωπαίων. Ο Κολόμβος ανέλυσε το έργο και με δικούς του υπολογισμούς που έκανε, αποφάσισε να ανακαλύψει νέους ορίζοντες.