Ο Κώστας Καζάκος γεννήθηκε το 1935 στον Πύργο Ηλείας. Στα 18 του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει παιδαγωγικά ωστόσο η αριστερή κληρονομιά του πατέρα του έγινε λόγος αρνητικής αντιμετώπισής του από το πανεπιστήμιο. Του ζητούσαν χαρτί κοινωνικών φρονημάτων και επειδή δεν το είχε, δεν του επέτρεψαν την εγγραφή του στη σχολή. Έτσι, άλλαξε αποφάσισε να αλλάξει σταδιοδρομία και φοίτησε στην Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου (1953-1956) και στην Δραματική Σχολή Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν (1954-1957).
Υπήρξε αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου και Πρόεδρος της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης. Παράλληλα ήταν ιδρυτικό μέλος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου και μέλος της Επιτροπής Αδείας Άσκησης του Επαγγέλματος του Ηθοποιού.
Τιμήθηκε με τον «Χρυσό Απόλλωνα», βραβείο ηθοποιού Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών το 1967, και Α΄ Χρυσό Βραβείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1973 για την αρτιότερη θεατρική παραγωγή («Λυσιστράτη»). Ακόμη τιμήθηκε ακόμα με το Βραβείο της Ένωσης Θεατρικών Συγγραφέων και Κριτικών για το σύνολο της προσφοράς του. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 και του Οκτωβρίου 2009 εκλέχθηκε βουλευτής με το ΚΚΕ, ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας.
Από το 1968 μέχρι το 1992 υπήρξε παντρεμένος με την ηθοποιό Τζένη Καρέζη, με την οποία απέκτησε τον γιο τους, τον επίσης ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο (γενν. 1969). Το 1997 παντρεύτηκε με την ηθοποιό Τζένη Κόλλια. Μαζί απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Αλέξανδρο (γενν. 1997), την Άρτεμι-Γεωργία (γενν. 1998), την Ηλέκτρα (γενν. 2002) και τη Μάγια (γενν. 2008). Η Άρτεμις-Γεωργία έχασε τη ζωή της στις 25 Ιουνίου 1999, σε ηλικία 8 μηνών και μία εβδομάδα μετά την βάπτισή της, πάσχοντας από μία σπάνια ασθένεια.
Η πρώτη εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι
Ο Κώστας Καζάκος ήταν ένα από τα μεγάλα ταλέντα που πέρασαν το κατώφλι του Θεάτρου Τέχνης. Η πρώτη του εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι έγινε το 1957 στο έργο του Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία».
Τα επόμενα χρόνια έπαιξε σημαντικούς ρόλους σε σπουδαία έργα συγγραφέων όπως ο Ιάκωβος Καμπανέλλης («Η αυλή των θαυμάτων»), ο Άρθουρ Μίλερ («Ψηλά απ’ τη γέφυρα»), ο Κάρλο Γκολντόνι («Λοκαντιέρα»), ο Ζαν-Πολ Σαρτρ («Νεκροί χωρίς τάφο»), ο Τενεσί Ουίλιαμς («Γυάλινος Κόσμος»), αλλά και σε έργα του Σοφοκλή («Αντιγόνη») και του Αριστοφάνη («Όρνιθες») στο Θέατρο Τέχνης και στους θιάσους της Κυρίας Κατερίνας, του Αλέκου Αλεξανδράκη, της Άννας Συνοδινού και της Έλλης Λαμπέτη.
Το 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο κινηματογραφικό πανί και συγκεκριμένα στην σατιρική ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου «Η αρπαγή της Περσεφόνης», σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
Τα επόμενα χρόνια πρωταγωνίστησε στις ταινίες «Το μπλόκο» του Άδωνι Κύρου (1965), «Το παρελθόν μίας γυναίκας» (1968) του Γιάννη Δαλιανίδη, «Η λεωφόρος του μίσους» (1968) του Νίκου Φώσκολου, «Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα» (1969) του ίδιου σκηνοθέτη, «Κονσέρτο για πολυβόλα» (1967) και «Μια γυναίκα στην Αντίσταση» (1970) του Ντίνου Δημόπουλου, «Λυσιστράτη» (1972) του Γιώργου Ζερβουλάκου, «Ιφιγένεια» (1977) του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» (1980) του Νίκου Τζήμα, «Ο δραπέτης» (1991) του Λευτέρη Ξανθόπουλου και άλλες.
Ταινία σταθμός το «Κονσέρτο για πολυβόλα»
Η ταινία-σταθμός στη ζωή του – και τεράστια επιτυχία της εποχής – ήταν το πολεμικό δράμα του Ντίνου Δημόπουλου σε σενάριο Νίκου Φώσκολου «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), όπου στα γυρίσματα γνώρισε, ερωτεύτηκε και τελικά παντρεύτηκε την συμπρωταγωνίστρια του Τζένη Καρέζη, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον γνωστό ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο.
Μέχρι το θάνατο της σπουδαίας ηθοποιού το 1992 θα είναι ένα από τα δύο καλλιτεχνικά ζευγάρια που θα δεσπόζουν στο εγχώριο σταρ-σίστεμ (το άλλο ήταν το ζευγάρι Βουγιουκλάκη – Παπαμιχαήλ).
Η πρώτη εμφάνιση Καζάκου – Καρέζη ως θιασάρχες έγινε το 1968 με το ιστορικό έργο του Γεώργιου Ρούσσου «Θεοδώρα η μεγάλη». Η συγκεκριμένη παράσταση όπως επίσης και η θρυλική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο» αποτέλεσαν από τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους.
Η σύλληψη από τη χούντα
Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 22 Ιουνίου 1973 στο θέατρο «Αθήναιον» της οδού Πατησίων, που βρισκόταν απέναντι από το Πολυτεχνείο. Ο κόσμος αμέσως το αγκάλιασε και το αγάπησε. Το έργο έγινε σύμβολο του αγώνα κατά της χούντας.
Η αλληγορία του κατόρθωσε έξυπνα να διαφύγει της λογοκρισίας, δίνοντας αποφασιστικά χτυπήματα κατά της δικτατορίας. Ανάμεσα στον κόσμο υπήρχαν και «εκπρόσωποι» του στρατιωτικού καθεστώτος, που κατέγραφαν και ενημέρωναν τους προϊσταμένους τους για τις αντιδράσεις των θεατών.
Μάλιστα τον Οκτώβριο του 1973 η χούντα διέκοψε βίαια το έργο και συνέλαβε τον Κώστα Καζάκο και την Τζένη Καρέζη. Έναν μήνα αργότερα και συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου συνελήφθησαν εκ νέου.
Παρά τις δύο συλλήψεις ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη δεν κάμφθηκαν και ανέβασαν εκ νέου το «Μεγάλο μας τσίρκο», με ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Μόλις έγινε η Μεταπολίτευση, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των σκηνών που εíχαν λογοκριθεí κι ενός τραγουδιού («Το Προσκύνημα») στο φινάλε της παράστασης, για να τιμήσει τους νεκρούς του Πολυτεχνείου.
Άλλες κοινές του ζευγαριού που ξεχώρισαν ήταν οι παραστάσεις των έργων «Κυρία δεν με μέλλει» του Βικτοριέν Σαρντού (1970), «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» (1982) του Έντουαρντ Άλμπι σε σκηνοθεσία του Ζιλ Ντασέν και «Διαμάντια και μπλουζ» (1990) της Λούλας Αναγνωστάκη, που ήταν και η τελευταία κοινή τους εμφάνιση.
Στην τηλεόραση πρωτόπαιξε με την Τζένη Καρέζη το 1973 στη σειρά «Μαρίνα Αυγέρη», σε σενάριο της Καρέζη, το οποίο υπέγραφε με το ψευδώνυμο Παυλίνα Μπόταση, κι έπειτα στις σειρές «Η μεγάλη περιπέτεια» (1976) και «Μαύρη χρυσαλλίδα» (1990) -και οι δύο με την Τζένη Καρέζη- και «Ο μεγάλος ξεσηκωμός» (1977) στο ρόλο του Οδυσσέα Ανδρούτσου.
Μετά το θάνατο της Τζένης Καρέζη, ο Κώστας Καζάκος πρωταγωνίστησε κυρίως σε θεατρικές παραστάσεις, όπως «Ο θάνατος του εμποράκου» (1993) του Άρθουρ Μίλερ και «Η όπερα της πεντάρας» (1993) του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Ζιλ Ντασέν, «Αντιγόνη» (1995) του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Μίνωα Βολανάκη, «Βασιλιάς Λιρ» (1996) του Σέξπιρ, «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ (1997), κ.ά. Το 2004 συμμετείχε στο σίριαλ του Mega «Βέρα στο δεξί», από τις μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες της εποχής εκείνης.
Πηγή: protothema.gr