Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτισμικής Κληρονομιάς οι λονδρέζικες παμπ


Η λονδρέζικη παμπ. Βαθιά συνδεδεμένη με την πολιτισμική ταυτότητα της πόλης, και τόπος συνάντησης. Εκεί μαζεύεται ο κόσμος για να μιλήσει, και κυρίως για να πιεί, μετά από μια δύσκολη μέρα στη δουλειά. Είναι ένας κοινωνικός θεσμός που απειλείται από κατεδαφίσεις και από τα απρόσωπα μπαρ της βρετανικής πρωτεύουσας.


Να γιατί μια ομάδα 435 φοιτητών αρχιτεκτονικής εξωτερικού χώρου και εσωτερικής διακόσμησης στο πανεπιστήμιο Κίνγκστον, υπό την επίβλεψη του Ντέιβιντ Νάϊτ θέλησε να προστατεύσει την «παραδοσιακή παμπ του Λονδίνου», καταθέτοντας αίτηση να περιληφθεί στον κατάλογο με τα μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.


Η πρότασή τους, συνοδευόμενη από λίστα με τις 87 πιο χαρακτηριστικές παμπ της βρετανικής πρωτεύουσας, περιλαμβάνεται σε ένα φάκελο 350 σελίδων, που υπέβαλαν στο βρετανικό υπουργείο Πολιτισμού, ΜΜΕ και Αθλητισμού. «Και μπορεί να μην είναι τόσο γελοία όσο ακούγεται», γράφει στο μπλογκ του στον Guardian o δημοσιογράφος Ολιβερ Γουέινραϊτ.


Σύμφωνα με τη Σύμβαση της UNESCO του 1972 για την Προστασία της Παγκόσμιας Κληρονομιάς «τα μνημεία επιλέγονται και εγκρίνονται βάσει της αξίας τους ως των καλυτέρων παραδειγμάτων της δημιουργικής ευφυΐας του ανθρώπου. Αποτελούν τεκμήρια μιας σημαντικής ανταλλαγής ανθρώπινων αξιών και παρέχουν μια μοναδική ή τουλάχιστον εξαιρετική μαρτυρία μιας πολιτισμικής παράδοσης ή ενός πολιτισμού που ζει ακόμα ή έχει εξαφανισθεί. Είναι άμεσα συνδεδεμένα με σημαντικά στάδια της ανθρώπινης ιστορίας και για το λόγο αυτό έχουν εξέχουσα οικουμενική αξία και αποτελούν τμήμα της κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας». Στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO έχουν περιληφθεί μέχρι σήμερα 951 Μνημεία, από τα οποία 739 πολιτιστικά μνημεία, 183 φυσικά και 29 μικτά (φυσικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος)- προερχόμενα από 155 κράτη.


Στην περίπτωση των βρετανικών παμπ, εκτός από την αρχιτεκτονική αξία, οι υπεύθυνοι του φακέλου αναδεικνύουν και τη διάσταση της «άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς», δηλαδή των κοινωνικών πρακτικών, των προφορικών παραδόσεων, των δικτύων ανθρώπινων σχέσεων που υφαίνονται μέσα σε αυτές. Η άυλη πολιτιστική κληρονομιά, έννοια θεσμοθετημένη στο πλαίσιο της UNESCO από το 2003, περιλαμβάνει προφορικές παραδόσεις, έθιμα και τελετουργίες, παραδοσιακές τεχνικές και τεχνογνωσία, αλλά και τον παραδοσιακό χορό, τη μουσική και τη γλώσσα κοινοτήτων ως αναπόσπαστο τμήμα της ταυτότητάς τους.


Από το 2003, οπότε και υιοθετήθηκε η αντίστοιχη σύμβαση της UNESCO στον Αντιπροσωπευτικό της Κατάλογο (ένα είδος αλμανάκ παραδοσιακού, λαϊκού και λόγιου πολιτισμού ανά τον κόσμο), έχουν εγγραφεί από το αργεντίνικο τανγκό και την ταπητουργία στο Αζερμπαϊτζάν μέχρι τη Μεσογειακή Διατροφή και το ινδονησιακό μπατίκ.


Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η διάσταση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς που προσδίδει στο φάκελο της βρετανικής παμπ ο επιβλέπων καθηγητής Νάϊτ : «Όταν φέρνεις στο μυαλό σου μια συγκεκριμένη παμπ δεν σκέφτεσαι μόνο το κτίριο που τη στεγάζει ή την εσωτερική διακόσμηση, αλλά κυρίως τους ανθρώπους που πηγαίνουν εκεί για να επικοινωνήσουν».


Μπορεί να μην είναι «τόσο βέβαιο ότι η παμπ αξίζει την θέση της ανάμεσα στον Παρθενώνα, τις πυραμίδες της Αιγύπτου, της Παναγίας των Παρισίων ή του Στόουνχετζ και της Νήσου του Πάσχα», όπως λένε όσοι βρίσκουν την ιδέα κάπως τραβηγμένη, αλλά σίγουρα ανοίγει τη συζήτηση για την αστική κουλτούρα και τα χαρακτηριστικά της στον 21ο αι.


Πηγή: tovima.gr