Σημαντική πτώση της τάξης του 8% στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους δείχνουν τα επίσημα στοιχεία. Ωστόσο η υποχώρηση της κατανάλωσης, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, είναι στην πραγματικότητα μικρότερη καθώς στα μεγέθη που καταμετρώνται δεν περιλαμβάνεται η παραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές (κυρίως φωτοβολταϊκά) που συνδέονται στο δίκτυο χαμηλής τάσης, που έχουν παρουσιάσει αλματώδη ανάπτυξη ειδικά τον τελευταίο χρόνο.
Σύμφωνα πάντως με τα στοιχεία του Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στο τρίμηνο Ιανουαρίου- Μαρτίου η κατανάλωση ρεύματος μειώθηκε κατά 7,99% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, ενώ τον μήνα Μάρτιο η πτώση ήταν 7,69%.
Στις αξιοσημείωτες εξελίξεις περιλαμβάνεται επίσης η εντυπωσιακή αύξηση της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό ισοζύγιο, κυρίως λόγω των αυξημένων βροχοπτώσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η παραγωγή των υδροηλεκτρικών στο τρίμηνο είναι τριπλάσια από πέρυσι, ενώ τον μήνα Μάρτιο πενταπλασιάστηκε. Αυξημένη κατά 32% σε σχέση με πέρυσι ήταν η παραγωγή και των λοιπών ανανεώσιμων πηγών (αιολικά, μεγάλα φωτοβολταϊκά). Οι ΑΠΕ υποκατέστησαν την παραγωγή ρεύματος από λιγνίτες, που μειώθηκε κατά 19% και φυσικό αέριο (-33%) με αποτέλεσμα μεταξύ άλλων και την κατάρρευση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας στην ημερήσια αγορά χονδρικής.
Με σημερινή ανακοίνωσή της η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) χαρακτηρίζει σημαντικό βήμα της Ελλάδας στην πολιτική για την προστασία του περιβάλλοντος την απόφαση του Ε’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε νόμιμη και ισχυρή την υπουργική απόφαση με την οποία εγκρίθηκε το 2008, το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
«Υπό άλλες συνθήκες, η ολοκλήρωση της διαδικασίας ελέγχου του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου από το ΣτΕ θα μπορούσε από μόνη της να ωθήσει την τόσο αναγκαία αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Δυστυχώς, οι διαδοχικές αρνητικές, για τις ΑΠΕ και την αιολική ενέργεια, πολιτικές αποφάσεις και παραλήψεις που διαπιστώνονται συνεχώς κατά την τελευταία διετία τουλάχιστον, δεν επιτρέπουν αυτή την αισιοδοξία», υποστηρίζει η ΕΛΕΤΑΕΝ.