Tο κάπνισμα ευθύνεται για το 8,9% του συνόλου των εισαγωγών στα Δημόσια Νοσοκομεία, αντιπροσωπεύοντας το 7,9% της συνολικής δαπάνης υγείας, ενώ αύξηση κατά 2 ευρώ ανά πακέτο θα οδηγούσε σε πρόσθετα κρατικά έσοδα ύψους 1,2 δισ. ευρώ.
Τα παραπάνω στοιχεία ανακοινώθηκαν σήμερα κατά τη συζήτηση που πραγματοποίησαν σήμερα στο Μέγαρο Υπατία η Eθνική Επιτροπή Ελέγχου του Καπνίσματος του Υπουργείου Υγείας, η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών και η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία. Συντονιστές της συζήτησης ήταν ο κ. Παναγιώτης Μπεχράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Σχολής Δημόσιας Υγείας Πανεπιστημίου Harvard, Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τον Έλεγχο του Καπνίσματος και ο κ. Γιάννης Κυριόπουλος, Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε η κα Χριστίνα Παπανικολάου Γενική Γραμματέας Δημόσιας Υγείας. Στη συζήτηση συμμετείχαν επίσης ο κ. Κώστας Αθανασάκης, Οικονομολόγος της Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας
Υγείας, η κα Κωνσταντίνα Τσαλαπάτη, Ερευνήτρια, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας και ο κ. Γεώργιος- Φίλιππος Ταραντίλης, Ερευνητής, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας. Βάσει ερευνών που παρουσιάστηκαν, το κάπνισμα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα δημόσιας υγείας και μια σημαντική απειλή για την κοινωνική ευημερία διεθνώς. Χαρακτηριστικά, σε παγκόσμιο επίπεδο, 4,5 εκατομμύρια θάνατοι ετησίως αποδίδονται στο κάπνισμα, εκ των οποίων 650.000 καταγράφονται στην ΕΕ.
Στην Ελλάδα το κάπνισμα αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα κινδύνου για την υγεία του πληθυσμού, τόσο από πλευράς θνησιμότητας (17% των συνολικών θανάτων στις ηλικίες άνω των 30 ετών οφείλεται στο κάπνισμα), όσο και από πλευράς νοσηρότητας. Σύμφωνα με υπολογισμούς, το κάπνισμα ευθύνεται για το 12,9% του συνολικού φορτίου νοσηρότητας και θνησιμότητας στη χώρα, ποσοστό που ισοδυναμεί με την αθροιστική επίδραση των παραγόντων κινδύνου 5 έως 10 στη δεκάδα των κυριότερων αιτιών νοσηρότητας του ελληνικού πληθυσμού, δηλαδή της κατάχρησης οινοπνεύματος, της καθιστικής ζωής, της χαμηλής κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, των ναρκωτικών, της μη ασφαλούς γενετήσιας συμπεριφοράς και της έλλειψης σιδήρου. Το φορτίο νοσηρότητας, καθώς και η σοβαρότητα και πολυπλοκότητα των καταστάσεων υγείας με τις οποίες σχετίζεται αιτιολογικά το κάπνισμα, έχουν ως αποτέλεσμα υψηλές ανάγκες σε (εξειδικευμένη) φροντίδα υγείας. Ως εκ τούτου, το κάπνισμα συνοδεύεται από σημαντικές δαπάνες για το σύστημα υγείας και το κοινωνικό σύνολο γενικά. Με βάση εκτιμήσεις της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, το κάπνισμα ευθύνεται στη χώρα μας για 199.028 εισαγωγές στα Δημόσια Νοσοκομεία, αντιπροσωπεύοντας το 8,9% του συνόλου των εισαγωγών. Η συνολική δαπάνη των δημόσιων νοσοκομείων που οφείλεται στο κάπνισμα ανέρχεται σε 400.011.801 ευρώ – 554.123.300 ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 7,7 – 10,7% του συνολικού προϋπολογισμού τους. Με βάση την αναγωγή αυτών των ποσοστών στο σύνολο της δαπάνης υγείας, εκτιμάται ότι το συνολικό άμεσο (ιατρικό) κόστος το οποίο αποδίδεται στο κάπνισμα ανέρχεται σε 1,76 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, αντιπροσωπεύοντας ένα ποσοστό της τάξεως του 7,9% της συνολικής δαπάνης υγείας (με βάση μια συντηρητική εκτίμηση).
Αν στους υπολογισμούς αυτούς συμπεριληφθούν και οι έμμεσες δαπάνες (απώλειες παραγωγικότητας λόγω νοσηρότητας και θνησιμότητας), τότε η συνολική δαπάνη για την εθνική οικονομία και την κοινωνική παραγωγή εκτιμάται στα 3,27 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως (1,53% του ΑΕΠ, με τιμές βάσης το έτος 2011 και συντηρητικούς υπολογισμούς).
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η οικονομική επιβάρυνση του καπνίσματος στην κοινωνία νομιμοποιεί και επεξηγεί την κρατική παρέμβαση. Η πολιτεία έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τα καταναλωτικά πρότυπα των καπνιστών, δεδομένου ότι η τιμή των τσιγάρων και το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών αποτελούν τους πλέον καθοριστικούς παράγοντες κατανάλωσης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, υπολογίζεται ότι μια αύξηση της τάξεως του 10% στην τιμή των τσιγάρων θα επιφέρει μείωση στην κατανάλωση κατά 3,7%, ενώ μια αύξηση της τάξεως του 10% στο εισόδημα των καταναλωτών επιφέρει αύξηση στην κατανάλωση κατά 6,7%. Χαρακτηριστικά, με βάση εκτιμήσεις επιστημονικής ομάδας, απαρτιζόμενης από ερευνητές του Πανεπιστημίου Harvard, της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρίας, του Πανεπιστημίου του Chicago, του Πανεπιστημίου Πειραιώς, του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, μια επιπλέον αύξηση της τάξεως των 2 ευρώ ανά πακέτο προβλέπεται ότι θα οδηγήσει σε μειωμένη κατανάλωση κατά 20% και πρόσθετα κρατικά έσοδα ύψους 1,2 δις.
ευρώ. Παράλληλα 330.000 ενήλικες θα κόψουν το κάπνισμα, 125.00 νέοι θα αποτραπούν από το να το ξεκινήσουν, ενώ θα αποφευχθούν 192.000 πρόωροι θάνατοι από ασθένειες σχετιζόμενες με το κάπνισμα.
Όπως δήλωσε ο κ. Μπεχράκης: «Βάσει αυτών των στοιχείων, είναι προφανές πως η παρέμβαση της πολιτείας και των υπευθύνων λήψης αποφάσεων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, καθίσταται επιβεβλημένη» ενώ
κλείνοντας τη συζήτηση τόνισε ότι «μια σωστή φορολογική στρατηγική θα μπορούσε να μετατρέψει το κάπνισμα σε κύριο μοχλό επίλυσης του
οικονομικού προβλήματος του ΕΟΠΥΥ».
Πηγή: kathimerini.gr