1944 – 1945 (2), ημερολόγιο Κυνουριάτη ομήρου σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης

Σύνδεση με τα προηγούμενα

 

Μεταφορά ομήρων σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας (φωτ. αρχείου)

Κόρινθος – Χαϊδάρι – Βουλγαρία – Σερβία – Ουγγαρία – Βιέννη – Γκρατς – Krieglach

…μας μάζεψαν και μας φώναζαν τα ονόματα μας, όσοι θα ακούσουν τα ονόματα τους, το πρωί θα φύγουν για το Χαϊδάρι. Περιμέναμε με αγωνία τον κατάλογο, μεταξύ των οποίων ήμουν και εγώ, ενώ άλλοι δικοί μας έμειναν στην Κόρινθο. Και έτσι ένα απόγευμα μας κατέβασαν στο σταθμό και μας έβαλαν σε φορτηγά βαγόνια, που είχαν κάτω άχερα, μας έκλεισαν μέσα, που αν δεν σπάζαμε ένα σανίδι από πάνω θα σκάγαμε όλοι από τη μεγάλη ζέστη.

Την επομένη το πρωί φθάσαμε σε κάποιο σταθμό των Αθηνών, κατεβήκαμε και μας οδήγησαν για το Χαϊδάρι, στο δρόμο που πηγαίναμε, όλοι, σχεδόν, κάναμε σημειώματα σε διάφορους δικούς μας στην Αθήνα, για να φροντίσουν για μας και τα δίναμε στον πρώτο τυχόντα, αλλά δεν γνωρίζουμε αν φτάσανε στα χέρια τους.

Μπήκαμε στις φυλακές ελεεινοί και τρισάθλιοι, μας κάθισαν έξω χάμω στον ήλιο και μας διέταξαν να πηγαίνουμε στο συνεργείο των κουρέων για να μας κουρέψουν. Πήγαιναν τρεις τρεις και επέστρεφαν αγνώριστοι διότι, κούρεψαν μαλλιά, γένια, μουστάκια κλπ. Εμείς είχαμε καθίσει στο Νο 5 κτίριο, που φαίνεται ήταν μέσα βαρυποινίτες, διότι τους είχαν κλείσει αυστηρά μέσα και όπως φαινότανε πεινούσαν τρομερά, τους πετάξαμε μέσα από τα κάγκελα ψωμί, σταφίδες και άλλα, αν και μας είπαν (οι φύλακες) να μην τους δώσουμε τίποτα και να μην μιλάμε μαζί τους. Τέλος αφού κουρευτήκαμε όλοι πήγαμε στα μπάνια και στείλαμε τα ρούχα μας στον κλίβανο, αλλά στο κλίβανο άργησαν και κάτσαμε αρκετές ώρες γδυτοί στα μπάνια. Μέσα στα μπάνια μας έφεραν και φαί, καθένας το πιάτο του, έπειτα αφού πλυθήκαμε και μας έφεραν τα ρούχα μας, από τον κλίβανο, ντυθήκαμε και μας πήγαν στο γιατρό να μας εξετάσουν, κατόπιν μας πήραν τα στοιχεία, ποιόν θα αφήναμε πληρεξούσιο κλπ, μας οδήγησαν στο Νο 4 κτίριο, εκεί βρήκαμε τα άλλα παιδιά που είχαν έρθει την προηγουμένη. Στριμωχτήκαμε ο ένας πάνω στον άλλο, εκεί είδαμε αυτούς που έμεναν στο Νο 15 (κτίριο) που τους έκαναν καψόνι μια δύο ώρες με πολύ μεγάλη ζέστη, Ιούλιος μήνας, και σε εμάς (έκαναν καψόνι) δύο τρεις ώρες την ημέρα, ασκήσεις πυκνής τάξεως και τραγούδι, που ίσως να ακούγονταν στο Θεό, τι να κάναμε; τραγουδάγαμε θέλαμε δεν θέλαμε. Εκεί ρωτήσαμε για τον Κρούσκο (θείος του Γιάννη Σαρηγιάννη) και κάποιος μας είπε πως τον σκότωσαν, αλλά δεν γνωρίζουμε αλήθεια ή ψέματα.

Στις 12 Ιουλίου μας έβγαλαν, 480 νοματαίους και κατευθυνθήκαμε για τον σταθμό (σιδηροδρομικό) του Ρουφ, να μας βάλουν στα βαγόνια, μας τοποθέτησαν ανά 84 σε κάθε βαγόνι, κατέφθασε ο Ερυθρός Σταυρός και μας έδωσε τσιγάρα, ψωμί,, κουβέρτες και από ένα πακέτο με διάφορα πράγματα. Εκεί ήρθε κάποιο παιδί του Κουνιά από τα Βέρβαινα και του Ρέστου και μας έφεραν λίγο ψωμί, δώσαμε σε κάποια αδελφή (του Ερυθρού Σταυρού) σημειώματα με τα ονόματα μας, για να ειδοποιήσουν τις οικογένειες μας, αν και δεν γνωρίζουμε αν τις ειδοποίησαν. Έτσι κατά τις 6 το απόγευμα αναχωρήσαμε από την ωραία Αθήνα, με μάτια βουρκωμένα και με κλάματα, αλλά πολλοί πατριώτες έμειναν στο Χαϊδάρι και δεν μπορέσαμε να μάθουμε τη τύχη τους.

Εμάς σε όλη τη διαδρομή μας είχαν κλεισμένους στα βαγόνια, και ούτε για κατούρημα δεν μας άφηναν, υποφέραμε πολύ σε όλη τη διαδρομή. Τελικά ύστερα από μεγάλη περιπέτεια και από πολλά μέρη που περάσαμε, Βουλγαρία, Σερβία, Ουγγαρία, φτάσαμε στη Βιέννη (Αυστρία), εκεί μας γύριζαν από σταθμό σε σταθμό έως το βράδυ, αργά  βάρεσε συναγερμός και άρχισαν τα αντιαεροπορικά να χτυπάν αλύπητα. Φοβηθήκαμε τρομερά, διότι είμαστε κλειδωμένοι στα βαγόνια, τέλος φύγαμε από εκεί και πήγαμε στο Αντζινερ?, εκεί καθίσαμε δύο μέρες, πήγαμε φάγαμε σε κάτι εστιατόρια γουλιά, αλλά εκεί ήταν κάτεργα και όπως φαίνεται έλαβαν διαταγή να φύγουμε, από εκεί μας πήγαν στο Γκρατς μετά από 14 μέρες ταξίδι, μας πήγαν σε λάγγες (παράγκες στρατοπέδου) στις 26 Ιουλίου, αφού μας βγάλανε φωτογραφίες, στοιχεία κλπ. Στις 2 Αυγούστου μας βάλανε σε ομάδες και άλλους έστειλαν από εδώ και άλλους από εκεί, εμάς 20 νοματαίους μας πήγαν στο Krieglach και 100 (νοματαίους) αφήσαμε στο Κίγκπεργκ?, τους άλλους δεν γνωρίζουμε, τέλος φτάσαμε εδώ στο Krieglachσυνέχεια {σελίδες 20-58 (Παρασκευή 9-2-1945)}.

Συνεχίζεται