Αυθαίρετη περιφρόνηση του Συντάγματος

Πριν ακόμη καθαρογραφεί και δημοσιευτεί η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα του νόμου 4014/11 περί τακτοποίησης για 30 χρόνια αυθαιρέτων κατασκευών και παράνομων χρήσεων, με μοναδικό κριτήριο την καταβολή του ειδικού προστίμου, το οποίο κατευθύνεται στο ταμείο του Μνημονίου, το ΥΠΕΚΑ έσπευσε να εκδηλώσει την περιφρόνησή του στους συνταγματικούς κανόνες. Προανήγγειλε ότι οι “ακυρωμένες” ρυθμίσεις θα περιληφθούν στο νομοσχέδιο που επεξεργάζεται και “οι πολίτες που έχουν κάνει χρήση των διατάξεων του Ν. 4014/2011 θα μπορούν να ενταχθούν στις διατάξεις του νέου νόμου με συμψηφισμό των προστίμων που έχουν καταβάλει”. Δεν λαμβάνει διόλου υπόψη του ότι η Ολομέλεια του ΣτΕ, στην πρόσφατη διάσκεψή της, έκρινε ομόφωνα πως μαζική νομιμοποίηση αυθαιρέτων μετά την 31.1.1983 προσκρούει στο άρθρο 24 παράγραφος 2 του Συντάγματος για την προστασία του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος. Άρα και η τύχη του νέου νομοθετικού μορφώματος, το οποίο διευρύνει τον κατάλογο των προς ρύθμιση αυθαίρετων κατασκευών και παράνομων χρήσεων, χωρίς κανένα έλεγχο, από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους έως τον Ιούλιο του 2011, και υπόσχεται νομιμοποίηση χωρίς καταληκτική ημερομηνία, είναι προδιαγεγραμμένη.


Από τον περασμένο Απρίλιο έως και την εκδίκαση της κύριας αγωγής, η οποία έγινε στις 14 Φεβρουαρίου φέτος, το Τμήμα Αναστολών του ΣτΕ είχε προειδοποιήσει για τη νομιμότητα των τακτοποιήσεων. Απαγόρευσε την υποβολή νέων αιτήσεων προς τακτοποίηση και διέταξε τη διακοπή επεξεργασίας όσων είχαν υποβληθεί συνοδεία ιδιωτικών εγγράφων για την απόδειξη του χρόνου κατασκευής του αυθαιρέτου και εγκατάστασης της παράνομης χρήσης. Έκρινε ότι δεκτά γίνονται μόνον δημόσια έγγραφα και αεροφωτογραφίες, όπως προέβλεπε ο αρχικός νόμος, για αυθαίρετα στα οποία είχε ολοκληρωθεί ο φέρων οργανισμός μέχρι τον Ιούλιο του 2011. Σε αυτήν την απόφαση (180/2012) υπενθύμιζε την πιο πρόσφατη νομολογία, βάσει της οποίας εξαίρεση από την κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών εντός ή εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών, καθώς και η κατ’ εξαίρεση διατήρηση ανεπίτρεπτων χρήσεων που ανεγέρθηκαν ή εγκαταστάθηκαν μετά τις 31.1.1983, είναι πολλαπλώς αντισυνταγματική.


Και αυτό γιατί αντίκειται: “α) Στο άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος για τον λόγο ότι με τη ρύθμιση αυτή ανατρέπεται ή επηρεάζεται δυσμενώς ο ορθολογικός σχεδιασμός, αποδυναμώνεται η εφαρμογή των όρων δομήσεως και των περιορισμών χρήσεως και επέρχεται επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, στην εξασφάλιση των οποίων αποβλέπει το πολεοδομικό σχέδιο. β) Στις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος) και του σεβασμού και προστασίας της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος), εφόσον θεμελιώδης επιδίωξη του κράτους δικαίου είναι η πραγμάτωση του Δικαίου στην πολιτεία, που πρωτίστως επιτυγχάνεται με τη διαφύλαξη του κύρους του νόμου. γ) Στη συνταγματική αρχή της ισότητας, διότι θέτει σε μειονεκτική μοίρα, έναντι εκείνων των οποίων οι ανεγερθείσες ή διαρρυθμισθείσες οικοδομές είναι αυθαίρετες, λόγω παραβιάσεως των ισχυόντων όρων δομήσεως και χρήσεων γης, αλλά εν τούτοις εξαιρούνται από την κατεδάφιση, τους νομοταγείς πολίτες που έχουν ιδιοκτησία στην ίδια περιοχή”.