Το σχέδιο νόμου “Οργάνωσης Δημόσιας Διοίκησης και άλλες διατάξεις” που έθεσε σε διαβούλευση το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής διακυβέρνησης μεταξύ των άλλων καταστρώνει και τις ακόλουθες διατάξεις στο άρθρο 4 με τίτλο «Ρύθμιση οργανωτικών θεμάτων των νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα»:
«1. Νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, κρατικές ή δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που επιδιώκουν κοινωφελείς ή άλλους δημόσιους σκοπούς, καθώς και θυγατρικές εταιρείες των ανωτέρω νομικών προσώπων μπορεί να καταργούνται, να συγχωνεύονται ή να αναμορφώνονται, καθώς και να καταργείται, αντικαθίσταται ή τροποποιείται κάθε νομοθετική ή κανονιστική διάταξη σχετική με τη σύσταση, την οργάνωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητές τους με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού.
2. Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στην προηγούμενη παράγραφο καθορίζονται στο Παράρτημα που προσαρτάται στον παρόντα νόμο.»
Ο νόμος 3852/2010, γνωστός ως Πρόγραμμα «Καλλικράτης», περιόρισε τον αριθμό των δημοτικών και περιφερειακών νομικών προσώπων και επιχειρήσεων ανά δήμο ή περιφέρεια επιφέροντας δραστική μείωση του αριθμού των νομικών προσώπων ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση. Οι σχετικές ρυθμίσεις παρά τον γενικευμένο και εν πολλοίς ισοπεδωτικό τους χαρακτήρα άφησαν περιθώρια επιλογής στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για να προσαρμόσουν την οργάνωση των νομικών προσώπων στο πλαίσιο των αυστηρών αριθμητικά και ως προς το περιεχόμενο όρων που έθεσε ο νομοθέτης.
Tο άρθρο 4 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου για την «οργάνωση της δημόσιας διοίκησης» δεν μπορεί να εφαρμοστεί στα νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις των δήμων και των περιφερειών. Η τυχόν εφαρμογή του προσκρούει ευθέως στο άρθρο 102, παρ.2 Συντ. διότι στραγγαλίζει τη διοικητική αυτοτέλεια των δήμων και των περιφερειών ενώ αναιρώντας εν τοις πράγμασι την πρωτοβουλία και ελεύθερη δράση τους όχι μόνο ως προς την άσκηση αλλά και ως προς την οργάνωση της διοίκησης των τοπικών υποθέσεων αντιτίθεται ευθέως και στην επιταγή της παρ.4, εδ. α΄του άρθρου 102 Συντ.
Επικουρικά μάλιστα η προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου ως προς τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης έρχεται ευθέως σε αντίθεση και με το άρθρο 6, παρ.1 του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας που θεμελιώνει υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης το δικαίωμα (δυνατότητα) «να καθορίζουν αυτοί οι ίδιοι τις εσωτερικές διοικητικές δομές τις οποίες επιθυμούν να έχουν, ώστε να τις προσαρμόζουν στις ειδικές ανάγκες τους και να επιτυγχάνεται αποτελεσματική διαχείριση».
Είναι προφανές ότι η τυχόν ψήφιση της προαναφερομένης διάταξης και για τα νομικά πρόσωπα και επιχειρήσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης θα επιφέρει ένα ακόμη πλήγμα στην καρδιά του συνταγματικού συστήματος της τοπικής αυτοδιοίκησης συμπληρώνοντας ρωγμές που ήδη έχουν συντελεστεί με την κατάργηση της οικονομικής αυτοτέλειας μεταβάλλοντας τους δήμους και τις περιφέρειες σε κατ΄επίφαση οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ενώ στην ουσία θα είναι υποκείμενα ετεροδιοίκησης.
Η ίδια η τοπική αυτοδιοίκηση δια των συλλογικών της οργάνων και μέσα από τις θεσπισμένες συμμετοχικές διαδικασίες (π.χ. συνέδρια κ.ο.κ.) μπορεί να εκπονήσει και να προτείνει μέτρα διοικητικού της εκσυγχρονισμού βελτιώνοντας την οργανωτική της ικανότητα, περιορίζοντας την οργανωτική πολυδιάσπαση όπου αυτή διαπιστώνεται και κυρίως αξιοποιώντας με το καλύτερο δυνατόν τρόπο το ανθρώπινο δυναμικό έτσι ώστε να αναβαθμίζονται οι λειτουργίες της και οι παρεχόμενες στις τοπικές κοινωνίες υπηρεσίες.