Ξεθώριασαν οι τρεις διαστάσεις

Ως μια «νέα εποχή» στην οικιακή ψυχαγωγία διαφημιζόταν η τεχνολογία 3D το 2010, όταν έκανε την εμφάνισή της στις πρώτες τηλεοράσεις, διεκδικώντας την προτίμηση των καταναλωτών και μια θέση στα σαλόνια τους. Ωστόσο, τέσσερα χρόνια αργότερα, φαίνεται πως έχει ξεθωριάσει η «γοητεία των τριών διαστάσεων» από τον καναπέ του σπιτιού: πριν από λίγες εβδομάδες, τόσο το βρετανικό BBC όσο και το αμερικανικό ESPN ανακοίνωσαν ότι μέσα στο 2014 θα διακόψουν τα κανάλια τους που εξέπεμπαν σε 3D.

Ο λόγος; Οπως ανέφεραν εκπρόσωποι και των δύο ομίλων, επειδή τα κανάλια δεν κατάφεραν με την πάροδο του χρόνου να κεντρίσουν το ενδιαφέρον πολλών τηλεθεατών, όπως αναμενόταν.

Η εξέλιξη αυτή δεν σημαίνει βέβαια τον «θάνατο» της τρισδιάστατης τεχνολογίας – στη Βρετανία, για παράδειγμα, ο Sky όχι μόνο δεν θα αποσύρει το δικό το κανάλι, αλλά σχεδιάζει να αυξήσει τις μεταδόσεις. Επίσης, η δυνατότητα αναπαραγωγής στερεοσκοπικού περιεχόμενου συνεχίζει να ενσωματώνεται στα πιο προηγμένα μοντέλα που κυκλοφορεί κάθε εταιρεία, και τα οποία μάλιστα ξεκινούν από ολοένα χαμηλότερες τιμές.

Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι πλέον ένα από τα βασικά κριτήρια που χρησιμοποιούν οι καταναλωτές για να αποφασίσουν ποια τηλεόραση θα αγοράσουν, και για τους κατασκευαστές δεν αποτελεί ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα που θα επιστρατεύσουν για να διαφημίσουν τις νέες συσκευές τους.

«Το ενδιαφέρον των πελατών έχει στραφεί σε άλλα χαρακτηριστικά, όπως οι “έξυπνες” λειτουργίες που υποστηρίζει κάποιο συγκεκριμένο μοντέλο», παραδεχόταν στις αρχές Ιουνίου στο σάιτ τεχνολογίας TechRadar ο υπεύθυνος πωλήσεων της βρετανικής αλυσίδας πολυκαταστημάτων John Lewis. Ισως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η έλευση των 3D τηλεοράσεων διαφημίστηκε στα τέλη του 2009 από το Avatar του James Cameron το οποίο, εκτός από τεράστια εισπρακτική επιτυχία, έδειξε στην πράξη τις δυνατότητες της τεχνολογίας.

Τις ίδιες δυνατότητες υπόσχονταν (και σε γενικές γραμμές πετύχαιναν) τα καταναλωτικά μοντέλα που ξεκίνησαν να λανσάρονται περίπου εκείνη την εποχή, ώστε φορώντας τα ειδικά γυαλιά ο τηλεθεατής από τον καναπέ του να «βυθίζεται» στην πλοκή της ταινίας ή στην εξέλιξη του αθλητικού αγώνα που παρακολουθεί.

Καθώς οι πρώτες τηλεοράσεις ήταν σχετικά ακριβές, όπως συμβαίνει πάντοτε με προϊόντα που εισάγουν κάποια σημαντική καινοτομία, η αλήθεια είναι ότι η χρονική συγκυρία ήταν μάλλον η χειρότερη δυνατή, με την παγκόσμια οικονομική ύφεση να επιδεινώνεται χρόνο με τον χρόνο. Στην ύφεση, εξάλλου, απέδωσε εν μέρει την περιορισμένη διάδοση των στερεοσκοπικών τηλεοράσεων η Kim Shillinglaw, υπεύθυνη του 3D καναλιού του BBC, σε πρόσφατη συνέντευξή της στο βρετανικό τηλεοπτικό Radio Times.

Ακόμη κι έτσι όμως, σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Αγγλία, τα τρισδιάστατα μοντέλα κατάφεραν να αποκτήσουν μια σχετική μικρή αλλά κρίσιμη «μάζα» πελατών. Ετσι, μέχρι τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο αριθμός τους υπολογίζεται ότι έφτανε τα 6,9 και τα 1,5 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Αμερική και τη Βρετανία αντίστοιχα.

Σε αυτά τα νοικοκυριά, το ESPN προσφέρει μέσα από το κανάλι του κορυφαίες αθλητικές αναμετρήσεις, ενώ το BBC επιπλέον τηλεοπτικές σειρές, σόου και μεταδόσεις σημαντικών πολιτικών γεγονότων. Με τη διαφορά ότι δεν τις προτιμούν όλοι όσοι διαθέτουν συμβατούς τηλεοπτικούς δέκτες: σύμφωνα με τη USA Today, ανά πάσα χρονική στιγμή, οι Αμερικανοί τηλεθεατές που βλέπουν κάποιο 3D σταθμό δεν ξεπερνούν τους 115.000. Επίσης, σύμφωνα με τη Shillinglaw, μόλις το 50% των στερεοσκοπικών τηλεοράσεων στη Βρετανία συντονίστηκαν στο αντίστοιχο κανάλι του BBC για την τελετή έναρξης των περυσινών Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου.

Μάλιστα, άλλες φορές τα ποσοστά είναι πολύ χειρότερα, αγγίζοντας για παράδειγμα το 5%, κατά τη μετάδοση του μηνύματος που εκφώνησε η βασίλισσα της Βρετανίας Ελισάβετ πέρυσι τα Χριστούγεννα.

Ετσι, πέρα από την οικονομική κρίση, πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν πως ήταν εσφαλμένη η ίδια η ιδέα ότι οι καταναλωτές θα θέλουν να παρακολουθούν «κατ’ οίκον» σχεδόν κάθε είδους τηλεοπτικό υλικό, με τον ίδιο τρόπο που απολαμβάνουν μια 3D ταινία στο σινεμά. Κι αυτό γιατί οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές στις δύο περιπτώσεις. «Στον κινηματογράφο πηγαίνεις με αποκλειστικό σκοπό να είσαι προσηλωμένος στην ταινία που θα δεις. Στο σπίτι, σπάνια θα φορέσει κανείς τα γυαλιά, με σκοπό να μείνει “καρφωμένος” για πολλή ώρα μπροστά από τον δέκτη», επισήμανε χαρακτηριστικά η Shillinglaw στη συνέντευξή της.

Λίγες οι ταινίες

Μια σημαντική παράμετρος στο ότι η 3D τεχνολογία δεν κατάφερε να διαδοθεί πολύ περισσότερο ήταν πως, στο κρίσιμο διάστημα που πρωτοεμφανίστηκαν οι συμβατές τηλεοράσεις, το τρισδιάστατο κινηματογραφικό υλικό που μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει στο σπίτι του ήταν εξαιρετικά περιορισμένο. Ενδεικτικό είναι το γεγονός, ότι παρ’ όλο που συνολικά η κινηματογραφική παραγωγή του Χόλιγουντ αυξήθηκε κατά 11% το 2012, συγκριτικά με το 2011, τα καινούργια 3D φιλμ μειώθηκαν στα 36 από τα 45 που είχαν γυρισθεί την επόμενη χρονιά.

Ακόμη χειρότερα, αναφέρει ο Paul Marszalek από την ανεξάρτητη αμερικανική υπηρεσία Broadcasting Board of Governors, αρκετές από τις διαθέσιμες ταινίες δεν αναδείκνυαν τις δυνατότητες που προσφέρει η στερεο-σκοπική προβολή. Ετσι, οι καταναλωτές έμεναν με τη μοναδική επιλογή να αξιοποιήσουν τη λειτουργία μετατροπής 2D οπτικού περιεχόμενου σε «ψευδοτρισδιά-στατο», χωρίς ωστόσο αυτή η λειτουργία να μπορεί να συγκριθεί με την παρακολούθηση οπτικοακουστικού περιεχομένου που έχει γυρισθεί απευθείας σε 3D.

Χωρίς να το έχει επιβεβαιώσει ανοιχτά κανείς από τους κατασκευαστές τηλεοράσεων, το μειωμένο εμπορικό ενδιαφέρον σίγουρα επηρέασε τις επενδύσεις τους στην 3D τεχνολογία.

Ετσι, ακόμη και στα φθηνότερα σημερινά μοντέλα έχουν εξαλειφθεί σε εντυπωσιακό βαθμό τα τεχνικά προβλήματα («flickering», «crosstalk») που παρουσίαζαν οι TV «πρώτης γενιάς». Ωστόσο, το μεγάλο στοίχημα ήταν να κυκλοφορήσουν οι λεγόμενες αυτοστερεοσκοπικές τηλεοράσεις, οι οποίες θα δίνουν τη δυνατότητα να βλέπει κανείς 3D χωρίς να φορά γυαλιά. Εναν τομέα που δεν έχει εξελιχθεί σε αγώνα κούρσας αφού, όπως όλα δείχνουν, κανένας κατασκευαστής δεν βιάζεται να κόψει πρώτος το νήμα.