1944 – 1945 (Επίλογος), ημερολόγιο Κυνουριάτη ομήρου σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης

Σύνδεση με τα προηγούμενα

Ευρωπαϊκός χάρτης της Luftwaffe, τον οποίο χρησιμοποίησαν οι όμηροι για να επιστρέψουν στην πατρίδα (αρχείο Κωνσταντίνου Ιωαν. Κουτσογιάννη)

Η οδύσσεια της επιστροφής από την Κόλαση

Τετάρτη 9-5-1945: Εγώ κοιμήθηκα στο αναρρωτήριο καθώς και ο Μπαταρόλας και ο Σωτήρος, εγώ από τη χαρά μου δεν μπόρεσα να κοιμηθώ, σηκώθηκα πρωί πρωί για να πάω έξω και πήγα στον θάλαμο και πήρα μαζί τον Φελέκο και τον Χουτόπουλο και πήγαμε να δούμε, Ρώσοι και Αμερικάνοι θα μπούνε (στο Krieglach) αλλά προτού φτάσουνε ακούσαμε βουή τανκς και πυροβολισμούς, οι Γερμανοί στρατιώτες που είχαν μείνει στο χωριό εβλήθησαν και σκοτώθηκαν ζώα και άνθρωποι. Εγκατέλειψαν ζώα, υλικά, τρόφιμα και έφυγαν εδώ και εκεί, μόλις μπήκαμε στο χωριό βρήκαμε ένα κάρο που είχε ένα μπούτι βόδι μέχρι 20 οκάδες, το έκοψε ο Φελέκος στην πλάτη και το πήγε στη παράγκα με τον Χουτόπουλο, βρήκαμε και ζάχαρη, εγώ με τον Μήτσο (Φελέκο) πήγαμε πιο πάνω και βρήκαμε κάτι άλλα πράγματα και λέω του Μήτσου να φύγει για τη παράγκα. Εγώ πήγα και βρήκα και άλλα και για καλαμπούρι πήρα ένα μουλάρι έβαλα τα πράγματα απάνω και τα πήγα στη παράγκα, όποιος με έβλεπε γελούσε, πήγα στον θάλαμο, μου είπαν πως όλοι οι δικοί μας εβλήθησαν από πολυβόλο, ρωτάω για τον Μήτσο, που έπρεπε να είχε έρθει προ μιας ώρας, και τα έχασα θα είχε σκοτωθεί, τρέχει ο Μπαταρόλας και κοντά εγώ, αλλά στο δρόμο μάθαμε πως τον είδαν έξω και στάθηκε η καρδιά μας. Έξω περνούσαν αράδα τανκς, αυτοκίνητα και το πεζικό και άρχισαν να απλώνονται Ρώσικες και Αυστριακές σημαίες, ο κόσμος και οι γυναίκες χαιρέταγαν, φαίνονταν πως κάτι ανοίγει (αλλάζει), κατά το μεσημέρι άρχισαν οι λεηλασίες, εργάτες (κρατούμενοι) Ρώσοι, Έλληνες και Γάλοι έσπαγαν τις αποθήκες και έπαιρναν πράγματα πάσης φύσεως, τρόφιμα, ρούχα, παπούτσια, η μία αποθήκη διαδέχονταν την άλλη, μας θύμιζε την δική μας οπισθοχώρηση (Αλβανία) και την εισβολή των Γερμανών και τις λεηλατήσεις, αλλά οι Ρώσοι στρατιώτες δεν τους πείραζαν. Έτσι πέρασε η μέρα, εξακολουθώντας να περνούν Ρώσοι, τώρα αρχίσαμε να στενοχωριόμαστε πότε θα φύγουμε, αλλά δεν ήρθε ακόμα το κουμάντο, το βοδινό έγινε ψητό, βραστό με μακαρόνια, κάναμε και άλλο πλιάτσικο για αύριο, για στιφάδο.

Πέμπτη 10-5-1945: Σηκωθήκαμε το πρωί και αργήσαμε να πάμε έξω, οι άλλοι δικοί μας πήγαν στο χωριό και κάνανε μαζί με τους Ρώσους πλιάτσικο, έσπαζαν τα μαγαζιά, επήγαμε και εμείς έξω και κάτι πήραμε, τσακώθηκα, λέγαμε να φύγουμε για το Γκρατς αλλά μας ειδοποίησε ο Λαγγαφύρερ πως στην μία η ώρα θα φύγει τραίνο και πρέπει να φύγουμε, επήγαμε στο τραίνο, το τραίνο έφυγε στις 7 το βράδυ, αλλά δυστυχώς επήγαμε μέχρι το Μητσουσουλάκ? επήγαμε στο κουμάντο με τον Γαμπρουλά και ξαναγυρίσαμε στο σταθμό και κοιμηθήκαμε για να φύγουμε το πρωί.

Παρασκευή 11-5-1945: Σηκωθήκαμε το πρωί και τρέξαμε για καρότσια, διότι θα πηγαίναμε με τα πόδια και μας είπαν για τριάντα χιλιόμετρα, βρήκαμε καρότσια σχεδόν όλοι και βάλαμε τα πράγματα μας και φύγαμε, στο δρόμο ο Θόδωρος (Ροζολής) δεν μπόραγε να βαδίσει και τον βάλαμε επάνω, αλλά πεθάναμε από την κούραση διότι είχαμε ανηφοριά και ο Μπαταρόλας έκανε τον άρρωστο και δεν βοήθησε και επί πλέον καβάλησε στα αυτοκίνητα και τον χάσαμε, επήγαμε περί τα 28 χιλιόμετρα και καθίσαμε σε κάποιο μέρος. Όλο το δρόμο οι Ρώσοι και σχεδόν όλη η φάλαγγα έκανε λεηλασίες, εμείς είμαστε στενοχωρημένοι διότι δεν βρήκαμε τον Μπαταρόλα.

Σάββατο 12-5-1945: Σηκωθήκαμε και ετοιμάσαμε τα πράγματα στο καρότσι και αναχωρήσαμε, για 8 χιλιόμετρα μας είπαν αλλά τα 8 γίνανε τριάντα, όλο το δρόμο υποφέραμε, σε κάποιο χωριό στα 20 χιλιόμετρα βρήκαμε τον Μπαταρόλα, εκεί μας έβαλαν στις γραμμή, γιατί δεν ξέρω, αλλά μετά μας έβαλαν και φύγαμε, δεν βαδίσαμε 8 χιλιόμετρα και ο Γιώργης (Μπαταρόλας) ξανανέβηκε στο αυτοκίνητο και που πήγε δεν ξέρουμε. Εμείς ήρθαμε άλλα κάνα δύο χιλιόμετρα και μας πήγαν στο σταθμό, μας είπαν πως θα τοποθετήσουμε τα πράγματα μας στα βαγόνια και θα φύγουμε πρωί πρωί, αλλά η ώρα είναι 8 και δεν μας τοποθέτησαν ακόμα.

Κυριακή 13-5-1945: Εδώ στο χωριό αυτό αρχίσαμε τις αγοραπωλησίες των καροτσιών όπως στην Αλβανία με τα μουλάρια, περιμέναμε να έρθει το τραίνο αλλά δεν είχε έρθει μέχρι τις 8, το βράδυ επιτέλους ήρθε και στη φευγάλα άλλοι καβάλησαν και άλλοι όχι, αλλά και αυτό δεν μας εξυπηρετεί πολύ, ήρθαμε 6 χιλιόμετρα και κάθισε, όταν ξημέρωσε πήγαμε και βρήκαμε καροτσάκια και φύγαμε για το Νόισταντ? αφού φάγαμε όλη τη νύκτα απάνω μας.

Πατήστε εδώ για να δείτε το τελευταίο μέρος του ημερολογίου. {σελίδες 161-182 (Κυριακή 27-5-1945)}

Επίλογος

Το ημερολόγιο σταματά απότομα κατά την άφιξη στη Σερβική πόλη Niš, την Κυριακή 27 Μαΐου 1945, το πιθανότερο είναι ότι, η χαρά που πλησίαζαν τα σύνορα της Ελλάδας να σταμάτησε τον συγγραφικό οίστρο του Κωνσταντίνου Ιωαν. Κουτσογιάννη, και οι τραυματικές εμπειρίες δεν του επέτρεψαν να τελειώσει το ημερολόγιο εκ των υστέρων. Όμως οι σελίδες του ημερολογίου είναι αρκετές για να αποτυπώσουν το μέγεθος της ναζιστικής κτηνωδίας, αλλά και να δώσουν ένα ισχυρό μήνυμα ανθρωπιάς και  αλληλεγγύης.