Προπαγάνδα: προβλήματα και συνέπειες

Του Μανώλη Χαιρετάκη*

Εδώ και δύο εβδομάδες, οι κάτοικοι της Ελλάδας -στην πλειονότητά τους- μεταβλήθηκαν σε πειραματόζωα και ταυτόχρονα θύματα μιας πολλαπλά ενορχηστρωμένης επικοινωνιακής καταιγίδας, κυρίως μέσω του περιεχομένου αρκετών ΜΜΕ (εντύπων, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων, αλλά και αρκετών ιστότοπων).

Αυτή η επικοινωνιακή καταιγίδα μετασχηματίστηκε, καθώς πλησιάζαμε ολοένα προς το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, σε μια ρητορική όπου κυριαρχούσε η τρομολαγνεία. Ασφαλώς το νέο είναι η έντασή της, στον βαθμό που η επικοινωνιακή διαχείριση της πραγματικότητας ήταν μακράν το προσφιλέστερο «άθλημα» της πρόσφατης πενταετίας (π.χ. success story και άλλα συναφή).

Η ολοένα εντεινόμενη ένταση της ρητορικής τρόμου, σύμφωνα με την έκφραση «σοκ και δέος», περιελάμβανε την εφαρμοσμένη τέχνη (δηλαδή την επικοινωνιακή διαχείριση) της πλήρους διαστροφής εννοιών, νοημάτων και φράσεων, ένα διαρκές «ρετουσάρισμα» της πραγματικότητας, συνοδευόμενη από την κατασκευή διχαστικών διχοτομιών και έναν ιδεολογικά εμμονικό σαδισμό, με έναν σαφέστατο και άμεσο στόχο: τη μετάλλαξη των πολιτών σε συγκατανευσιφάγους και σε οσφυοκάμπτες.

Με λίγα λόγια, την επιρροή της βούλησης των πολιτών υπέρ μιας συγκεκριμένης πολιτικής κατεύθυνσης κατά την ώρα της κάλπης, σε ένα δημοψήφισμα στο οποίο οι πολιτικές επιλογές ήταν σαφέστατες, παρά τη συντεταγμένη προσπάθεια ολικής διαστρέβλωσης των ίδιων των ερωτημάτων που τέθηκαν στους πολίτες. Ουσιαστικά, την κατασκευή και την εμμονική επιβολή της «συναίνεσης», μιας συναίνεσης που είχε σχεδιαστεί και οργανωθεί από μερίδες της εγχώριας και της ευρωπαϊκής ελίτ.

Ωστόσο, οι τεχνικοί της επικοινωνιακής διαχείρισης έσφαλαν ασύστολα, κυρίως εξαιτίας των υπερβολικών εμμονών τους, που εκφράστηκαν με την υπερβολική, αν όχι υπέρμετρη, δοσολογία της ρητορικής του τρόμου.

Λησμονήθηκε εντελώς το προφανές, ότι κάθε δράση προκαλεί αντίδραση. Και όπως συμβαίνει σε εξαιρετικές ιστορικές στιγμές, δεν λήφθηκε υπόψη το φαντασιακό των πολιτών, το οποίο είναι συνεχώς μεταβαλλόμενο σε τέτοιες περιπτώσεις. Σ' αυτό το διαρκώς διολισθαίνον πεδίο επιχειρήθηκε -μάταια, ως εκ του αποτελέσματος- να δοθεί μια ποσοτική έκφραση, με βάση την ποσοτικοποιημένη αφήγηση ως της μόνης αποδεκτής ερμηνείας της πραγματικότητας, σύμφωνα με τα σημερινά (και εντελώς προβληματικά) επικρατούντα.

Αμεσο αποτέλεσμα ήταν η πανελλήνια γελοιοποίηση όσων αποπειράθηκαν να δώσουν ποσοτική έκφραση στο κοινωνικό μάγμα, αυτή τη διάπυρη μάζα απόψεων, στάσεων και γνωμών που πήγαζε από τα έγκατα της ελληνικής κοινωνίας. Και αυτή η γελοιοποίηση, αυτή η απονομιμοποίηση, θα τους συνοδεύει -ως εγγύηση της πλήρους ανυποληψίας τους- τώρα πια για πάρα πολύ καιρό.

Μια εξίσου σημαντική συνέπεια ήταν η απαξίωση των αποκαλούμενων συστημικών ΜΜΕ, που θα συμβάλει στην απαξία και στον εντεινόμενο εξευτελισμό τους, με άμεσες συνέπειες στα οικονομικά τους. Και παρ’ όλα τα σαφέστατα αρνητικά της, η υπερέκθεση και η εμμονή στη χρήση της επικοινωνιακής διαχείρισης (δηλαδή της προπαγάνδας) συνέβαλε σε ένα ιδιαίτερα θετικό -και απομαγευτικό- αποτέλεσμα: στο να πέσουν οι μάσκες από τα κόμματα, τις οργανώσεις, τα συγκεκριμένα ΜΜΕ και τους τεχνικούς της εξουσίας (διαφημιστές, δημοσκόπους κ.λπ.).

*Αν. καθηγητής Τμήματος ΕΜΜΕ, Πανεπιστήμιο Αθηνών

Πηγή: efsyn.gr