Κατάμονος, γαμώτο…

Η δίκη σήκωσε πολλή σκόνη καθώς τα παντός είδους βουβάλια έτρεχαν πέρα δώθε – άλλο για να σωθεί, άλλο για να κρυφτεί, άλλο για να βγει στην πρώτη γραμμή. Προκλήθηκε μεγάλος συνωστισμός για το ποιος είναι ο πιο καλός αντιφασίστας, ο πιο γνήσιος, με την ούγια. Βέβαια, ο αγώνας ενάντια στο ναζισμό δεν δίνεται μπροστά στις κάμερες, ούτε με πόζες μπροστά στους φωτογράφους όταν το επιζητεί η επικαιρότητα για να καλύψει την ειδησεογραφία μερικών ημερών.

Ο αγώνας ενάντια στον φασισμό, στο ναζισμό, στον ολοκληρωτισμό, είναι καθημερινός και ξεκινά από τον εαυτό μας, από την στάση μας απέναντι στον άλλον, στον διπλανό μας, στον ξένο, στον ανήμπορο, στην οργή μας, στον παραλογισμό μας.

Ο αντιναζισμός δεν είναι πλέον πολιτικό πρόταγμα αλλά ανθρωπιστικό. Δεν αντιμετωπίζεται με μολότοφ, αλλά κάθε μέρα, κάθε στιγμή, με τις σκέψεις μας, με τη στάση μας και τη συμπεριφορά μας. Όλοι μας ξέρουμε αντιφασίστες που έχουν μετατρέψει την παλιανθρωπιά τους σε «κοσμοσωτήρια ιδεολογία». Όλοι μας έχουμε καταστεί μάρτυρες κοινωνικής συγκάλυψης σε παντός είδους αποτρόπαιες πράξεις σε κλειστές κοινωνίες.

Όλοι μας έχουμε γνώση της σιωπής (των αμνών) του καθωσπρεπισμού όταν ο εντιμότατος γείτονας δέρνει την γυναίκα του, βασανίζει ο παιδί του, πετσοκόβει το κατοικίδιό του. Όλοι μας έχουμε δει την λαϊκή απογευματινή επιθεώρηση όπου η βία προσφέρεται άφθονη και απενοχοποιημένη, συγκαλυμμένη με κοινωνικές αρχές, ιδεολογικές αναγκαιότητες, θρησκευτικές δεήσεις.

Η καθημερινότητα, αν την ξεθολώσεις από την σύμβαση, είναι ένα όργιο βίας, μια αποτρόπαιη αρένα ισχύος όπου κανείς δεν ξεφεύγει. Όποιον  ρόλο και αν έχει διαλέξει, παίζει στο ίδιο έργο.

Ο φασισμός είναι παντού,  σε κάθε δευτερόλεπτο, σε κάθε στιγμή, σε κάθε μας πράξη και η κραυγαλέα αντιναζιστική υστερία μόνο την υποκρισία μεγαλώνει. Αυτήν που ζήσαμε στο παραλήρημα των τελευταίων ημερών όπου η λαϊκή ψήφος και ο νόμος καθάρισαν την κόπρο του Αυγείου. Κανείς άλλος. Όλοι οι άλλοι ήμασταν σκιές που υποδυόμασταν ρόλους σε πολλές περιπτώσεις, σκληρούς και δύσκολους.

Όλοι υπήρξαμε λίγο πολύ θύματα του αντιναζιστικού ρόλου που κληθήκαμε να παίξουμε, άλλοι σαν πρωταγωνιστές κι άλλοι ως κομπάρσοι. Εκτός ρόλου -χαμένος στον δικό του περίκλειστο κόσμο, ίσως και πιο προστατευμένος- ήταν ο σιωπηλός Πακιστανός άντρας που παρακολουθούσε μια δίκη βουβά, μόνο νιώθοντας, και ποιος ξέρει, τι προσδοκώντας…

Όχι βέβαια την ανάσταση του δολοφονημένου του γιου από τα ναζιστικά κτήνη.  Στην ουσία, δίχως να καταλαβαίνει τι συμβαίνει γύρω του, για αυτό και ο δικός του πόνος ελάχιστα πουλήθηκε και αγοράστηκε.

Έμεινε στη σιωπή του βυθισμένος, ποιος ξέρει σε ποιον πόνο, σε ποια σκηνή, σε ποιαν ανάμνηση. Μόνος όμως  σε ξένο τόπο, σε ξένη γλώσσα, με ξεχωριστή ενδυμασία, με εξωτική όψη…

Κατάμονος, γαμώτο…

Ξενοφών Μπρουτζάκης

Πηγή: topontiki.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *