Προστασία θαλάσσιου περιβάλλοντος

                


Οι ελληνικές θάλασσες, παρόλο που λόγω των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών τους, θεωρούνται ολιγοτροφικές, εν τούτοις χαρακτηρίζονται από υψηλή βιοποικιλότητα θαλάσσιων ειδών. Στις μέρες μας, που οι περισσότερες θάλασσες παγκοσμίως καθώς και μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών και μεσογειακών θαλασσών, υποβαθμίζονται έντονα, οι ελληνικές θάλασσες συνεχίζουν να στηρίζουν σημαντικούς πληθυσμούς από σπάνια και προστατευόμενα είδη. Για να κατανοήσουμε την περιβαλλοντική μοναδικότητα των θαλασσών μας, πρέπει να κάνουμε μία σύντομη αναφορά στο φυσικό τους πλούτο. Κατ’ αρχήν, στηρίζουν τις τελευταίες στη Μεσόγειο, μεγάλες εκτάσεις από θαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας (τις λεγόμενες φυκιάδες), που είναι ο σημαντικότερος προστατευόμενος τύπος οικοσυστήματος στη Μεσόγειο, θεμελιώδους σημασίας για την παραγωγικότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων αλλά και της αλιείας. Τα λιβάδια Ποσειδωνίας συμβάλλουν στην αποτροπή της παράκτιας διάβρωσης, ενώ η καταστροφή τους συνεπάγεται εκτενή διάβρωση καθώς και εξαφάνιση παραλιών. Στην αμέσως βαθύτερη θαλάσσια ζώνη συναντάμε περιοχές με τη λεγόμενη «τραγάνα», προστατευόμενους υφάλους ασβεστολιθικών ροδοφυκών, ξεχωριστής σημασίας για την παραγωγικότητα των ιχθυοαποθεμάτων, που απαιτούν έως και 11.000 χρόνια για το σχηματισμό τους. Στα παράκτια οικοσυστήματα, έχουν καταγραφεί περισσότερα από 550 είδη φυκών, 120 είδη σφουγγαριών και χιλιάδες είδη ασπόνδυλων οργανισμών και ψαριών, που θα χρειάζονταν πολλές σελίδες να για περιγράψουμε. Οι ανοιχτές θάλασσες στηρίζουν από τους σημαντικότερους στη Μεσόγειο, πληθυσμούς θαλάσσιων θηλαστικών, με 4 είδη δελφινιών, 2 είδη φαλαινών, ενώ στους παράκτιους οικοτόπους ζει ο μεγαλύτερος εναπομείναν στον κόσμο πληθυσμός Μεσογειακής φώκιας, ένα είδος που απειλείται με άμεση εξαφάνιση.
Τα παραπάνω συνθέτουν τη «μαγική εικόνα» των θαλασσών μας, αλλά συνεχίζουν να επιβιώνουν μόνο από… τύχη, δεδομένου ότι δεν έχει εφαρμοστεί κανένα μέτρο για την ουσιαστική διαχείριση ή προστασία τους. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι στην ευρύτερη περιοχή των ελληνικών θαλασσών, καταγράφεται η σχεδόν καθημερινή καταστροφή των λιβαδιών Ποσειδωνίας, από την παράνομη αλιεία, ενώ για τον ανασχηματισμό τους θα χρειαστούν περισσότερα από 100 χρόνια. Αντίστοιχα βλέπουμε να καταστρέφονται οι ύφαλοι ροδοφυκών, από τις νόμιμες πρακτικές αλιείας,ενώ λόγω του πολύ αργού ρυθμού ανάπτυξής τους (0,06-0,03mm/χρόνο),αποτελούν μη-ανανεώσιμο φυσικό πόρο. Οι περιοχές που καλύπτουν τα δύο αυτά ενδιαιτήματα, δεν έχουν χαρτογραφηθεί στις ελληνικές θάλασσες, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η προστασία τους, μέσα από τον καθορισμό αλιευτικών πεδίων και την εφαρμογή άλλων σχετικών μέτρων. Εξίσου ανησυχητικές είναι οι καταγραφές εκβρασμών και θανατώσεων θαλάσσιων θηλαστικών και χελωνών. Στις αρχές του 2008, καταγράψαμε 45 εκβρασμούς και θανατώσεις σε διάστημα τριών μηνών.
Σε μία εποχή όπου όλες οι χώρες, ακόμα και οι λεγόμενες αναπτυσσόμενες, προσπαθούν να αναδειχθούν μέσα από την αειφόρο ανάπτυξη και τη προβολή του φυσικού τους πλούτου, θεσμοθετώντας διαφόρων μορφών προστατευόμενες περιοχές, η Ελλάδα, η οποία λόγω της θαλάσσιας βιοποικιλότητας της θεωρείται «κιβωτός των ευρωπαϊκών θαλασσών» όχι μόνο αγνοεί αυτή την εξαιρετική δυνατότητα ανάπτυξης, αλλά και απειλεί με δραματική υποβάθμιση τα θαλάσσια οικοσυστήματά της. Είδη και ενδιαιτήματα που κατάφεραν να επιβιώσουν στις θάλασσες μας για χιλιάδες χρόνια, σε ισορροπία με τις ανθρώπινες κοινωνίες, μέσα σε τρεις μόνο δεκαετίες κινδυνεύουν με αφανισμό. Εξίσου όμως κινδυνεύουν και οι ανθρώπινες κοινωνίες των νησιωτικών και παράκτιων περιοχών, δεδομένου ότι η οικονομία τους εξαρτάται από τον τουρισμό και την αλιεία, και συνεπώς απειλείται από την καταστροφή των φυσικών πόρων. Το τελευταίο συνεπάγεται τη μετανάστευση των κατοίκων σε αστικά κέντρα και την ερημοποίηση των νησιωτικών περιοχών
.