(Φωτ. αρχείου, το λιγνιτωρυχείο της Μεγαλόπολης)
Εισαγωγικό σημείωμα: Από την έκδοση του 2006, του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, με τίτλο «ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ», διαβάζουμε στις σελίδες 296 έως 300, για τα 3 αρχαία ξύλινα αγγεία που έχουν βρεθεί στη Μεγαλόπολη και αποτελεί εργασία του Παναγιώτη Φάκλαρη, καθηγητή κλασικής αρχαιολογίας.
Περίληψη
Η χρήση ξύλινων αγγείων στην αρχαία Ελλάδα ήταν ευρύτατη όπως μαρτυρούν κυρίως οι αρχαίες πηγές, αφού οι κλιματολογικές και οι εδαφολογικές συνθήκες δεν επέτρεψαν τη διατήρησή τους παρά μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Κατασκευάζονταν είτε με κοίλανση ενός τμήματος συμπαγούς ξύλου είτε με μικρές κατακόρυφες σανίδες συναρμοσμένες μεταξύ τους. Ο ξυλουργικός τόρνος υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την κατασκευή των ξύλινων αγγείων και καθόρισε το σχήμα και κατά ένα ποσοστό και τη διακόσμηση τους. Ανάλογα με τον προορισμό τους είχαν μεγάλη ποικιλία σχημάτων και αντίστοιχα πλούσια ονοματολογία.
Το 1977 σε ένα αρχαίο πηγάδι στη Μεγαλόπολη, βρέθηκαν 3 μεγάλα σκυφοειδή ξύλινα αγγεία, κατασκευασμένα χωρίς τόρνο, με κοίλανση ενός τμήματος ξύλου. Έχουν συμφυείς προχοές, συμφυή επίπεδη λαβή και επίπεδη βάση. Η μορφή και οι διαστάσεις τους μαρτυρούν ότι πρόκειται για αγγεία κατάλληλα για μεταγγίσεις υγρών. Χρονολογούνται στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Η ευρύτατη χρήση ξύλινων αγγείων στην αρχαία Ελλάδα είναι γνωστή κυρίως από τις πηγές, αφού τα αγγεία που σώθηκαν είναι σπάνια λόγω των κλιματολογικών και εδαφολογικών συνθηκών. Έμμεση πηγή σχετικών πληροφοριών αποτελούν ορισμένα πήλινα αγγεία τα οποία αντιγράφουν το σχήμα των ξύλινων.
Ως προς την τεχνική της κατασκευής τους τα ξύλινα αγγεία διακρίνονται σε 2 κατηγορίες: Α) αυτά που κατασκευάζονταν με κοίλανση, ενός ή δύο τμημάτων συμπαγούς ξύλου, και Β) αυτά που κατασκευάζονταν από μικρές κατακόρυφες σανίδες (δόγες) συναρμοσμένες μεταξύ τους με διάφορους τρόπους. Στα αγγεία που ήταν κατασκευασμένα από ένα συμπαγές ξύλο, λαβές ή προχοές, που τυχόν υπήρχαν, κατασκευάζονταν με επεξεργασία του ίδιου τμήματος ξύλου. Η σύνδεση των επιμέρους στοιχείων των αγγείων της δεύτερης κατηγορίας, φαίνεται ότι γίνονταν με ειδικά διαμορφωμένες εσοχές και προεξοχές κατά μήκος των παρυφών τους. Η παρυφή του ενός τμήματος εισχωρούσε στην αντίστοιχη του γειτονικού και με τη χρήση του αγγείου συν τω χρόνω η σύνδεση τους γίνονταν ισχυρότερη. Εξωτερικά η συνοχή των ξύλινων στοιχείων ενισχύονταν με ιμάντες από δέρμα, σχοινί, φλοιό ξύλου ή μέταλλο, ενώ στα αγγεία που αποτελούνταν από συμπαγές ξύλο, ή σύνδεση των τμημάτων τους επιτυγχάνονταν με ξύλινους γόμφους.
Ο τρόπος κατασκευής, που κάθε φορά επιλέγονταν, κρίνονταν βάσει του είδους του ξύλου, που αποτελούσε την πρώτη ύλη, αλλά και του επιθυμητού σχήματος και προορισμού του αγγείου. Η χρήση ξυλουργικού τόρνου, διαπιστώνεται ότι έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην κατασκευή των ξύλινων αγγείων. Για τη χρήση τόρνου μας μιλούν οι πηγές, αλλά και τα ίδια τα ευρήματα. Στον τόρνο οφείλονται τα ακριβή και περίτεχνα προφίλ των αγγείων με τις συμμετρικές καμπυλότητες και τους πλαστικούς δακτυλίους. Πέρα όμως από τη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος, η χρήση τόρνου οδήγησε στη βιομηχανοποίηση της κατασκευής και στην κατασκευή μεγάλου αριθμού όμοιων αγγείο, σε αντίθεση πάντα με την άλλη κατηγορία ξύλινων αγγείων, τα οποία ήταν χειροποίητα, λιγοστές είναι οι πληροφορίες που έχουμε για τα είδη του ξύλου που χρησιμοποιούνταν για το σκοπό αυτό. Από τον Θεόκριτο αναφέρεται το κυπαρίσσι από τον Θεόφραστο η τέρμινθος (άγρια φιστικιά) και από τον Αθήναιο και άλλους ο κισσός. Χρησιμοποιούσαν επίσης το ξύλο της ελιάς, της οξιάς, του κέδρου, της δρυός και του πεύκου. Ασφαλώς η χρήση και άλλων ειδών δεν μπορεί να αποκλειστεί, καθώς βασικό κριτήριο πέρα από την καταλληλότητα θα ήταν και η διαθεσιμότητά τους.
Τα ξύλινα αγγεία ανάλογα με τον προορισμό τους ήταν ευρύστομα (κάδοι, κρατήρες, ποτήρια), ή μη (αλάβαστρα, φλασκιά). Μερικά είδη είχαν βάση, προχοή και μία ή περισσότερες λαβές. Ορισμένων το σχήμα είχε ως πρότυπο παρόμοια πήλινα ή αγγεία από άλλο υλικό, π χ από αλάβαστρο. Όμως, και ορισμένα ξύλινα αγγεία αποτέλεσαν πρότυπο για αγγεία που κατασκευάστηκαν από πηλό ή μέταλλο, ενώ άλλοτε τα ίδια επενδύονταν με πολύτιμα μέταλλα ώστε να μοιάζουν μετάλλινα.
Τα ξύλινα αγγεία σύμφωνα με τις πηγές χρησιμοποιούνταν κυρίως από αγρότες και βοσκούς. Τα πιο συνηθισμένα πήλινα αγγεία ήταν τα ποτήρια, τα οποία παρουσίαζαν μεγάλη ποικιλία. Μερικά από αυτά ήταν ο σκύφος, η θηρίκλειος κύλιξ, το κηλικώδες, ο όλλιξ, ο ταβαίττος, το κισσύβιον, το κυμβίον, η κελέβη, η αμφώξις και ο προχύτης. Εκτός από τα ποτήρια έχουμε πληροφορίες για ξύλινα αγγεία με ευρύ στόμιο, όπως ήταν η πέλλα, ο γουλός, η σκαφίδα και το πρώαρον.
Τα ξύλινα αγγεία που έχουν βρεθεί σε ανασκαφές στην Ελλάδα, όπως προαναφέρθηκε είναι λιγοστά. Εκτός από το σημαντικό σύνολο των ξύλινων ευρημάτων στο Ηραίο της Σάμου, μεταξύ των οποίων υπήρχαν και αγγεία, στις υπόλοιπες περιοχές είναι σπανιότατα. Το 1977 σε ένα αρχαίο πηγάδι της Μεγαλόπολης, στην περιοχή των σύγχρονων λιγνιτωρυχείων, βρέθηκαν από τον έφορο αρχαιοτήτων Γ. Σταϊνχάουερ 3 ξύλινα αγγεία, τώρα στο αρχαιολογικό μουσείο Τριπόλεως, τα οποία παρουσιάζονται εδώ για πρώτη φορά.
Πρόκειται για τα αγγεία με αριθμούς ευρετηρίου 2.684, 2.685 και 2.686. Είναι σκύφο είδη κατασκευασμένα με κοίλανση ενός τμήματος ξύλου. Χαρακτηρίζονται για τις λαξευμένες συμφυείς προχοές τους που στηρίζονται σε σταγονοειδείς αποφύσεις του σώματος των αγγείων. Στην αντίθετη πλευρά του χείλους διαθέτουν συμφυή επίπεδη λαβή. Από τα χαρακτηριστικά αυτά προκύπτει ότι πρόκειται για αγγεία κατάλληλα για μεταγγίσεις. Το ξύλο των 3 αγγείων παρουσιάζει όμοια χαρακτηριστικά, είναι άροζο με μεγάλη πυκνότητα ινών, και πρόκειται πιθανόν για ξύλο βελανιδιάς. Οι κατασκευαστικές ενδείξεις που φέρουν στις εξωτερικές τους επιφάνειες μαρτυρούν ότι κατασκευάστηκαν με πελέκημα της πρώτης ύλης, χωρίς τη χρήση τόρνου. Οι εσωτερικές επιφάνειες τους έχουν λειανθεί πολύ καλά και τα ίχνη των εργαλείων έχουν απαλειφθεί. Η ακανόνιστοι ελλειψοειδής διατομή των αγγείων, η διαφορά από την κλίση των πλευρών τους, η ακανόνιστη διακύμανση του πάχους των τοιχωμάτων τους και γενικά οι περισσότερο ή λιγότερο έντονες στο κάθε ένα αποκλίσεις από την τυπική περίκεντρη γεωμετρία των αγγείων αυτών πρέπει ασφαλώς να αποδοθούν στο φυσικό σχήμα της πρώτης ύλης και στη μη χρήση περιστροφικού εργαλείου για την κατασκευή τους.
Τα 3 αγγεία εκτός από το μέγεθος του παρουσιάζουν μικρές μόνο διαφορές στο σχήμα των προχοών τους, σε λεπτομέρειες των λαβών και στη διαμόρφωση των πυθμένων. Ωστόσο τα χαρακτηριστικά δεν μπορούν να ερμηνευθούν ως χρονολογικού στοιχείο ή ως ενδείξεις που οδηγούν υποχρεωτικά σε διαφορετικό κατασκευαστή, αλλά μάλλον ως παραλλαγές φυσικές στη χειροποίητη εργασία. Η μορφή και οι διαστάσεις τους βεβαιώνουν ότι δεν πρόκειται για αγγεία επιτραπέζια η αγγεία μεταφοράς και αποθήκευσης.
Τα ξύλινα αγγεία της Μεγαλόπολης χρονολογούνται από τα συνευρήματα τους στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια.
Εδώ https://astrosparalio.gr/wp-content/uploads/2024/10/ΞΥΛΙΝΑ-ΑΓΓΕΙΑ-ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗΣ.pdf τα παραπάνω με λεπτομέρειες.